Ο Ν. 1608/1950, λίγους μήνες πριν συμπληρώσει εβδομήντα χρόνια ισχύος, φαίνεται ότι οδεύει προς την κατάργησή του. Εκτός από τα πολλαπλά ζητήματα ουσιαστικού ποινικού δικαίου που γεννήθηκαν κατά την πολύχρονη εφαρμογή του, ανέκυψαν και αρκετά δικονομικά προβλήματα με αφορμή διάφορες νομοθετικές παρεμβάσεις. Στη μελέτη γίνεται μια σύντομη ιστορική παρουσίαση των τελευταίων και επιχειρείται η ερμηνευτική προσέγγιση των ζητημάτων που εξακολουθούν ακόμη και σήμερα να απασχολούν την πρακτική, με σημείο αναφοράς ιδίως την ουσιαστική περάτωση της κύριας ανάκρισης.
O μετακληροδόχος είναι φορέας προσδοκίας ενοχικής απαίτησης. Μετά την επαγωγή της κληροδοσίας ο μετακληροδόχος μπορεί να ζητήσει αποζημίωση, εφόσον ο βεβαρημένος προκληροδόχος, ηρτημένης της αιρέσεως, έβλαψε ή ματαίωσε υπαίτια το δικαίωμα προσδοκίας του, δηλαδή την απαίτηση μεταβίβασης της κυριότητας επί του αντικειμένου της κληροδοσίας.
Οι διατάξεις για την υπερημερία δανειστή εφαρμόζονται και στη σύμβαση έργου, στην οποία ο εργοδότης επέχει θέση δανειστή όσον αφορά στην παράδοση του έργου. Συνεπώς, σε περίπτωση παράλειψης του εργοδότη να προβεί στη σύμπραξη που είναι αναγκαία, έτσι ώστε ο εργολάβος-οφειλέτης να εκπληρώσει προσηκόντως την οφειλόμενη παροχή, ο τελευταίος δεν μπορεί να αξιώσει από τον υπερήμερο δανειστή άλλη αποζημίωση πέραν της προβλεπόμενης στο άρθρο 358 ΑΚ.
Η συμβατότητα με το ενωσιακό δίκαιο της επενδυτικής διαιτησίας αποτέλεσε ένα μείζον ζήτημα, το οποίο ταλάνιζε επί μακρόν τη νομολογία και θεωρία. Η λύση στο συγκεκριμένο πρόβλημα δόθηκε από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης με αφορμή την υπόθεση C-284/16 (υπόθεση Achmea). Το Δικαστήριο τάχθηκε υπέρ της ασυμβατότητας του συγκεκριμένου μηχανισμού επίλυσης διαφορών με τη ΣΛΕΕ.
Επειδή για το ζήτημα αν κάποιος, εξαπατώντας τους αρμοδίους υπαλλήλους του Δημοσίου με πλαστό τίτλο σπουδών, καταφέρει να προσληφθεί στο Δημόσιο και να παρέχει την εργασία του, λαμβάνοντας κάθε μήνα ή δεκαπενθήμερο τον μισθό του, διαπράττει απάτη άπαξ ή κατ’ εξακολούθησιν (κάθε φορά που εισπράττει τον μισθό) έχουν εκδοθεί αντιφατικές αποφάσεις από τα Ποινικά Τμήματα του Αρείου Πάγου, η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως παραπέμπεται εν μέρει στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου.
Tα εκ της τεχνητής νοημοσύνης ανακύπτοντα προβλήματα είναι πολυποίκιλα, τεχνικά, ηθικά, πολιτικά και νομικά. Η ιδιαιτερότητά τους απορρέει από την μη προβλέψιμη («αυτόνομη») αντίδραση των εν λόγω τεχνικών βοηθημάτων. Ως προς τις μελλοντικές επόψεις του θέματος, παρατηρείται ότι τούτες παρίστανται απρόσφορες για τελειωτικές ερμηνευτικές απαντήσεις, πολλώ δε μάλλον προς νομοθέτηση. Η παρούσα μελέτη εξετάζει κάποιες βασικές πτυχές της σχετικής προβληματικής, με έμφαση στο πεδίο των συμβάσεων και στο δίκαιο της πνευματικής ιδιοκτησίας.