Τα στοιχεία του εγκλήματος της κατάχρησης ανικάνου προς αντίσταση σε γενετήσια πράξη (άρ. 338 παρ. 1 ΠΚ) και, ιδίως, η έννοια των “γενετήσιων πράξεων”. Η προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας (άρ. 337 παρ. 1 ΠΚ). Ως “ασελγείς χειρονομίες” νοούνται οι ελαφρότερες ερωτικές πράξεις, οι οποίες δεν φθάνουν στο σημείο της “ασελγούς πράξεως”, αλλά πάντως τελούνται με σωματική επαφή. Γενετήσιες πράξεις με ανηλίκους ή ενώπιόν τους (άρ. 339 παρ. 1 ΠΚ). Η συρροή με το άρ. 338 παρ. 1 είναι αληθής. Η συρροή με το αδίκημα της κατάχρησης ανηλίκων (άρ. 342 παρ. 1 ΠΚ) είναι επίσης αληθής λόγω της ετερότητας των προστατευομένων εννόμων αγαθών και της διπλής κοινωνικής τους απαξίας.
Κρίνεται αθώος ο κατηγορούμενος οδηγός δίκυκλης μοτοσυκλέτας για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας εξ αμελείας, καθόσον: α) η πεζή, ηλικίας 77 ετών, δεν χρησιμοποίησε, ως όφειλε και μπορούσε, την παρακείμενη σε μικρή απόσταση διάβαση πεζών ούτε ήλεγξε την κυκλοφορία, την απόσταση και την ταχύτητα των οχημάτων πριν ξεκινήσει να διασχίζει την οδό, β) ο οδηγός δεν βαρύνεται με αμέλεια εξ αιτίας της αδυναμίας του να προβλέψει ότι η πεζή θα διέσχιζε τη οδό.
Στην μελέτη καταδεικνύεται ότι η αρχή in dubio pro reo έχει ασταθή λειτουργία και ταυτίζεται εν μέρει με την δογματική κατασκευή για το μέτρο απόδειξης στην ποινική δίκη. Δεύτερον, διατυπώνεται μια δογματική η οποία περιγράφει κάθε δυνατό νομικό τεκμήριο, συμπεριλαμβανομένου του τεκμηρίου αθωότητας. Στην μελέτη εξετάζεται, τρίτον, το ζήτημα των αυτοτελών ισχυρισμών. Η δογματική του τεκμηρίου αθωότητας εξηγεί ότι ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας χρήζουν μόνο οι ισχυρισμοί που επιδρούν στην δομή της αιτιολογίας, δηλαδή στον πληθάριθμο του συνόλου που περιέχει τα στοιχεία της νομοτυπικής μορφής του εγκλήματος.
Μεταβολή της κατηγορίας από την κακουργηματική παράβαση της κατοχής πολεμικών όπλων (άρ. 15 παρ. 1 του Ν. 2168/1993) στην πλημμεληματική μορφή της οπλοκατοχής ενεργού όπλου χωρίς άδεια της αρμόδιας αρχής (άρ. 7 παρ. 1 του Ν. 2168/1993). Απορρίπτεται ο ισχυρισμός περί νομικής πλάνης των κατηγορουμένων, οι οποίοι διέθεταν υψηλή επιστημονική μόρφωση, ο μεν πρώτος ως ιατρός, η δε δεύτερη ως νομικός, ώστε να δύνανται να πληροφορηθούν την υποχρέωσή τους προς έκδοση άδειας οπλοκατοχής, την οποία είχαν άλλωστε ήδη πληροφορηθεί από τις αρμόδιες αρχές κατά την προηγηθείσα κατάσχεση ορισμένων εκ των επίμαχων όπλων. Παύει η ποινική δίωξη για το αδίκημα της κατοχής κυνηγετικών όπλων (άρ. 8 του Ν. 2168/1993) λόγω υφ’ όρον παραγραφής (άρ. 63 του Ν. 4689/2020).
Η διάταξη του άρ. 169Α παρ. 1 νΠΚ είναι ευμενέστερη έναντι της αντίστοιχης διάταξης του άρ. 232Α παρ. 1 πΠΚ. Η κατάσταση ανάγκης δεν θεμελιώνεται χωρίς τη συνδρομή, κατά τον χρόνο τέλεσης, αναπότρεπτου με άλλα μέσα κινδύνου που απειλούσε την υγεία της ανήλικης και μπορούσε να αποτραπεί με την ματαίωση της επικοινωνίας της τελευταίας με τον πατέρα της.
Παραδοσιακά, το Ανώτατο Δικαστήριο δεν ακύρωνε αποφάσεις για έλλειψη ή ανεπάρκεια αιτιολογίας ως προς την απόρριψη ισχυρισμών σχετικά με την έλλειψη στοιχείων της αντικειμενικής ή υποκειμενικής υποστάσεως. Εδώ και δεκαετίες η θεωρία ήταν σταθερά αντίθετη με την προσέγγιση αυτή του Δικαστηρίου. Φαίνεται ότι τα τελευταία πέντε έως έξι χρόνια η προσέγγιση του Ανωτάτου Δικαστηρίου έχει αρχίσει να ευθυγραμμίζεται με την θεωρία, αλλά δεν έχει ακόμη εγκαταλείψει εντελώς την προηγούμενη θέση του.
Υπό τον πΠΚ, εφόσον διαπιστωνόταν η υπέρβαση της εύλογης διάρκειας της διαδικασίας που δεν οφειλόταν σε υπαιτιότητα του κατηγορουμένου, έπρεπε να ληφθεί υπόψιν κατά την επιμέτρηση της ποινής και να μνημονευθεί με συνοπτική αιτιολογία. Επί τυχόν αναιρέσεως της απόφασης, η ανωτέρω διαπίστωση, μετά την ισχύ του νΠΚ, ισοδυναμεί και εξομοιώνεται με την αναγνώριση της προβλεπόμενης στην διάταξη του άρ. 84 παρ. 3 νΠΚ ελαφρυντικής περίπτωσης. Η διάταξη του άρ. 85 νΠΚ είναι επιεικέστερη της αντίστοιχης προϊσχύσασας διάταξης, κατά την οποία η μείωση της ποινής εφαρμοζόταν μία μόνο φορά. Αναιρείται η προσβαλλόμενη καταδικαστική απόφαση λόγω υπερβάσεως εξουσίας.