Κρίνεται αθώος ο κατηγορούμενος οδηγός δίκυκλης μοτοσυκλέτας για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας εξ αμελείας, καθόσον: α) η πεζή, ηλικίας 77 ετών, δεν χρησιμοποίησε, ως όφειλε και μπορούσε, την παρακείμενη σε μικρή απόσταση διάβαση πεζών ούτε ήλεγξε την κυκλοφορία, την απόσταση και την ταχύτητα των οχημάτων πριν ξεκινήσει να διασχίζει την οδό, β) ο οδηγός δεν βαρύνεται με αμέλεια εξ αιτίας της αδυναμίας του να προβλέψει ότι η πεζή θα διέσχιζε τη οδό.
Μεταβολή της κατηγορίας από την κακουργηματική παράβαση της κατοχής πολεμικών όπλων (άρ. 15 παρ. 1 του Ν. 2168/1993) στην πλημμεληματική μορφή της οπλοκατοχής ενεργού όπλου χωρίς άδεια της αρμόδιας αρχής (άρ. 7 παρ. 1 του Ν. 2168/1993). Απορρίπτεται ο ισχυρισμός περί νομικής πλάνης των κατηγορουμένων, οι οποίοι διέθεταν υψηλή επιστημονική μόρφωση, ο μεν πρώτος ως ιατρός, η δε δεύτερη ως νομικός, ώστε να δύνανται να πληροφορηθούν την υποχρέωσή τους προς έκδοση άδειας οπλοκατοχής, την οποία είχαν άλλωστε ήδη πληροφορηθεί από τις αρμόδιες αρχές κατά την προηγηθείσα κατάσχεση ορισμένων εκ των επίμαχων όπλων. Παύει η ποινική δίωξη για το αδίκημα της κατοχής κυνηγετικών όπλων (άρ. 8 του Ν. 2168/1993) λόγω υφ’ όρον παραγραφής (άρ. 63 του Ν. 4689/2020).
Η διάταξη του άρ. 169Α παρ. 1 νΠΚ είναι ευμενέστερη έναντι της αντίστοιχης διάταξης του άρ. 232Α παρ. 1 πΠΚ. Η κατάσταση ανάγκης δεν θεμελιώνεται χωρίς τη συνδρομή, κατά τον χρόνο τέλεσης, αναπότρεπτου με άλλα μέσα κινδύνου που απειλούσε την υγεία της ανήλικης και μπορούσε να αποτραπεί με την ματαίωση της επικοινωνίας της τελευταίας με τον πατέρα της.
Υπό τον πΠΚ, εφόσον διαπιστωνόταν η υπέρβαση της εύλογης διάρκειας της διαδικασίας που δεν οφειλόταν σε υπαιτιότητα του κατηγορουμένου, έπρεπε να ληφθεί υπόψιν κατά την επιμέτρηση της ποινής και να μνημονευθεί με συνοπτική αιτιολογία. Επί τυχόν αναιρέσεως της απόφασης, η ανωτέρω διαπίστωση, μετά την ισχύ του νΠΚ, ισοδυναμεί και εξομοιώνεται με την αναγνώριση της προβλεπόμενης στην διάταξη του άρ. 84 παρ. 3 νΠΚ ελαφρυντικής περίπτωσης. Η διάταξη του άρ. 85 νΠΚ είναι επιεικέστερη της αντίστοιχης προϊσχύσασας διάταξης, κατά την οποία η μείωση της ποινής εφαρμοζόταν μία μόνο φορά. Αναιρείται η προσβαλλόμενη καταδικαστική απόφαση λόγω υπερβάσεως εξουσίας.
Αναιρείται η απόφαση με την οποία έπαυσε οριστικά λόγω παραγραφής η ποινική δίωξη κατά των κατηγορουμένων για τις τελεσθείσες κατ’ εξακολούθησιν και κατά συναυτουργία εις βάρος του Ελληνικού Δημοσίου κακουργηματικές πράξεις: α) της νόθευσης εγγράφου από υπάλληλο, β) της απάτης, γ) της ψευδούς βεβαίωσης και δ) της ηθικής αυτουργίας κατ’ εξακολούθησιν και κατά συρροή στις ανωτέρω πράξεις, διότι, για την εύρεση της ευμενέστερης διάταξης εσφαλμένως έγινε αντιπαραβολή μόνο των διατάξεων των άρ. 386 παρ. 3 εδ. β΄ και 1 και 242 παρ. 3, 1, 2 πΠΚ με αυτές των άρ. 386 παρ. 1 εδ. β΄ και 242 παρ. 3, 1, 2 νΠΚ, αντιστοίχως, με βάση τις οποίες, κατ’ άρ. 111 παρ. 2 περ. β΄ πΠΚ, όλα τα προβλεπόμενα από αυτές κακουργήματα υπόκεινται σε δεκαπενταετή παραγραφή, με αποτέλεσμα να τίθενται εκτός πεδίου σύγκρισης οι διατάξεις των άρ. 111 παρ. 2 περ. α΄ πΠΚ και 1 παρ. 1 περ. β΄ του Ν. 1608/1950.
Στη μελέτη επιχειρείται μια νέα προσέγγιση του προβλήματος της διάκρισης του ενδεχομένου δόλου από την ενσυνείδητη αμέλεια. Προτείνεται ένα αναλυτικό σχήμα για την ερμηνεία των σχετικών κατηγοριών, που υποκαθιστά στη θέση του ασαφούς «ψυχολογικού» ένα σαφές και εύληπτο λογικό πρότυπο σύλληψής τους, με δεοντικό πυρήνα.
Κηρύσσεται αθώος ο κατηγορούμενος, ειδικός ιατρός / διευθυντής ΜΕΘ ιδιωτικής κλινικής, για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας εξ αμελείας, καθόσον από κανένα στοιχείο της δικογραφίας δεν προέκυψε η χρήση μη ενδεδειγμένων μέσων (μη ορθού τύπου μάσκας) ή μεθόδων θεραπείας της θανούσης, η δε φύση του περιστατικού (βαριά λοίμωξη του αναπνευστικού και πολυοργανική ανεπάρκεια), που κρίθηκε ως σύνηθες για ΜΕΘ, δεν καθιστούσε αναγκαία την προσέλευση του κατηγορουμένου στον χώρο της κλινικής για την αντιμετώπισή του, αρκούσης της παροχής θεραπείας στην ασθενή εκ μέρους της ειδικευομένης ιατρού υπό την καθοδήγηση του ιδίου, με αποτέλεσμα να μην στοιχειοθετείται η ως άνω αξιόποινη πράξη.
Μετά από μια παρουσίαση των βασικών επιχειρημάτων του νομοθέτη και των κριτικών παρατηρήσεων της θεωρίας, στην παρούσα μελέτη επιχειρείται μια ουσιαστική ανάλυση της σχετικής θεματικής με βασικά σημεία αναφοράς τις κατηγορίες περιπτώσεων που έχουν απασχολήσει μέχρι σήμερα την θεωρία και την πράξη.