Στη μελέτη εξετάζονται οι νομοθετικές πρωτοβουλίες των τελευταίων μηνών στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, με κύριο αντικείμενο την έναρξη της προθεσμίας παραγραφής των εγκλημάτων φοροδιαφυγής. Περαιτέρω, γίνεται δεκτή η θέση ότι με τις ίδιες νομοθετικές επιλογές επιχειρήθηκε η δημιουργία νομικών φραγμών στην έκταση εφαρμογής του άρθρου 2 παρ. 1 ΠΚ και συναφώς η δημιουργία διατάξεων προσωρινής ισχύος, συμπεραίνεται δε ότι οι συγκεκριμένες νομοθετικές επιλογές υποχωρούν απέναντι στο άρθρο 2 παρ. 1 ΠΚ και στα ισχυρά δικαιοκρατικά του θεμέλια.
Η παρούσα μελέτη αναφέρεται στις προϋποθέσεις που πρέπει κατά νόμο να συντρέξουν για την αναβολή και διακοπή της εκτέλεσης της ποινής. Εξετάζεται, περαιτέρω, το ζήτημα της υποχρεωτικής και της δυνητικής αναβολής εκτέλεσης της ποινής και οριοθετείται η έννοια του όρου «έναρξη εκτέλεσης». Ιδιαίτερα εξετάζεται η περίπτωση της αναβολής για οικογενειακές ή επαγγελματικές ανάγκες. Ακολουθεί η ανάλυση της διακοπής της εκτέλεσης της ποινής με έμφαση σε ορισμένες ιδιαίτερες περιπτώσεις διακοπής. Τέλος, στην μελέτη αναλύεται η εν γένει ακολουθούμενη διαδικασία υπό την ισχύ των διατάξεων του νέου ΚΠΔ.
Αντικείμενο της μελέτης είναι η κτήση των κληροδοσιών υπό το ισχύον δίκαιο. Επιχειρείται κυρίως να διαπιστωθεί, αν το γράμμα των διατάξεων του ΑΚ για την αποδοχή και την αποποίηση των κληροδοσιών, το οποίο φαίνεται να είναι προσανατολισμένο κατ’ αρχήν στην κληροδοσία με ενοχική ενέργεια (ΑΚ 1995), χρήζει διόρθωσης ως προς την κληροδοσία με εμπράγματη ενέργεια (ΑΚ 1996).
Στη μελέτη επιχειρείται η συνολική σκιαγράφηση του ρυθμιστικού πλαισίου κτήσης και διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις του ν. 4354/2015. Έμφαση δίδεται στη σύμβαση μεταβίβασης (εκχώρησης) των απαιτήσεων και ειδικότερα στις προϋποθέσεις έγκυρης κατάρτισής της και στις έννομες συνέπειες που η εν λόγω εκχώρηση επάγεται.
Η μελέτη εξετάζει αναλυτικά τα ζητήματα που ανακύπτουν από την εφαρμογή των ριζικών αλλαγών που επέφεραν οι πρόσφατοι νόμοι 4714/2020, 4726/2020 και 4735/2020 στο ισχύον καθεστώς αθλητικού αυτοδιοίκητου.
Στη μελέτη εξετάζονται τα ζητήματα που συνδέονται με την αναμόρφωση των διατάξεων του άρθρου 86 του Συντάγματος που καθιερώνουν τον θεσμό της ποινικής ευθύνης των υπουργών και των υφυπουργών της Κυβέρνησης μετά την τέταρτη κατά σειρά αναθεώρηση του καταστατικού χάρτη της Χώρας με το Ψήφισμα της 25ης Νοεμβρίου 2019. Γίνεται δεκτό ότι η προσφάτως αναληφθείσα αναθεωρητική πρωτοβουλία κινήθηκε σαφώς προς την ορθή κατεύθυνση της αποκάθαρσης του υπουργικού δικαίου από ξένα δικονομικά στοιχεία, ενώ επισημαίνεται ότι η ως άνω αναθεωρητική πρωτοβουλία παρέλειψε να αντιμετωπίσει μια σειρά άλλων ερμηνευτικών προβλημάτων που προκαλεί η απόπειρα συστηματικής αξιολόγησης των ειδικότερων ρυθμίσεων του νόμου περί ευθύνης υπουργών.
Στην μελέτη παρουσιάζονται οι σημαντικότερες τροποποιήσεις που επήλθαν με τον νΠΚ στις διατάξεις σχετικά με την απόπειρα. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στο ζήτημα της αρχής εκτελέσεως και ειδικότερα στο εάν και σε ποιον βαθμό είναι πλέον επιβεβλημένη η υιοθέτηση της τυπικής-αντικειμενικής θεωρίας, υπό το πρίσμα και της συνταγματικής υποχρέωσης του κράτους προς παροχή ενός κατώτατου ορίου προστασίας (Untermaßverbot). Περαιτέρω, εξετάζονται οι συνέπειες από την κατάργηση του άρθρου 43 ΠΚ για την απρόσφορη απόπειρα και αξιολογούνται οι νέες ρυθμίσεις σχετικά με την υπαναχώρηση.
Η μελέτη επιχειρεί μια σύντομη αποτίμηση βασικών ζητημάτων της αστικής ιατρικής ευθύνης κατά την πρώτη φάση της πανδημίας Covid-19. Η πανδημία έθεσε κυρίως ζητήματα συνδεόμενα με ειδικές κατηγορίες ιατρικών σφαλμάτων, όπως το σφάλμα περί την ανάληψη του ασθενούς, το σφάλμα οργάνωσης και το διαγνωστικό σφάλμα.