Για την εφαρμογή της διάταξης του άρ. 463 παρ. 4 νΠΚ ενδιαφέρει αποκλειστικώς αν η μόνη προβλεπόμενη στερητική της ελευθερίας ποινή είναι αυτή της ισόβιας κάθειρξης και όχι διαζευκτικά και κάποια άλλη στερητική της ελευθερίας ποινή, ανεξαρτήτως του αν προβλέπεται και χρηματική ποινή. Για το έγκλημα της διακίνησης ναρκωτικών ουσιών κατ’ επάγγελμα με προσδοκώμενο όφελος του δράστη άνω των 75.000 ευρώ (άρ. 23 παρ. 2 εδ. α΄ του Ν. 4139/2013) απειλείται, μετά την εφαρμογή του άρ. 463 παρ. 4 νΠΚ, διαζευκτικώς, εκτός από την στερητική της ελευθερίας ποινή της ισόβιας κάθειρξης, ποινή πρόσκαιρης κάθειρξης τουλάχιστον δέκα ετών.
Στοιχεία για τον χαρακτήρα του κρατουμένου τα οποία συνάγονται από τις συνθήκες τέλεσης της πράξης για την οποία καταδικάστηκε δεν πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν για την κρίση περί χορηγήσεως ή μη της υφ’ όρον απόλυσης, διότι αυτά έχουν ήδη αξιολογηθεί κατά την επιμέτρηση της ποινής από το δικαστήριο. Γίνεται δεκτή η έφεση του κρατουμένου κατά του βουλεύματος του συμβουλίου πλημμελειοδικών περί (μη) χορηγήσεως σε αυτόν υφ’ όρον απόλυσης, διότι εσφαλμένα αξιολογήθηκε η διαγωγή του με βάση την τέλεση αξιόποινης πράξης εκ μέρους του κατά την διάρκεια του χρόνου της δοκιμασίας που του χορηγήθηκε με προηγούμενη υφ’ όρον απόλυση, ήτοι σε χρόνο προγενέστερο της παραμονής του στο κατάστημα κράτησης.
Υπό ποίες προϋποθέσεις μπορεί να επιβληθεί ποινή ελαττωμένη σε όποιον κατά τον χρόνο που τέλεσε αξιόποινη πράξη είχε συμπληρώσει το δέκατο όγδοο, όχι όμως και το εικοστό πέμπτο έτος της ηλικίας του. Αιτιολογημένως απερρίφθη ο ισχυρισμός περί συνδρομής του ελαφρυντικού της μετεφηβικής ηλικίας, διότι στην απόφαση διαλαμβάνεται ότι η εγκληματική συμπεριφορά του αποτελούσε συνειδητή επιλογή και δεν έχει σχέση με την νεανική ανωριμότητά του. Προϋποθέσεις θεμελίωσης του ισχυρισμού περί προτέρου συννόμου βίου. Για ποιον λόγο ο σύννομος βίος δεν ταυτίζεται με το λευκό ποινικό μητρώο. Προϋποθέσεις συνδρομής της ελαφρυντικής περίστασης της καλής συμπεριφοράς μετά την πράξη.
Ορθώς επεβλήθη ποινή φυλάκισης δύο ετών στον κατηγορούμενο που καταδικάσθηκε για φοροδιαφυγή κατ' εφαρμογή του άρ. 85 ΠΚ, αφού μετά την αναγνώριση δύο ελαφρυντικών περιστάσεων το ύψος της ποινής μειώθηκε διπλά, δεν υπήρχε δε υποχρέωση να αναφέρεται στην απόφαση το ποσοστό μείωσης της ποινής για κάθε ελαφρυντική περίσταση που αναγνωρίσθηκε στον κατηγορούμενο.
Αναιρείται εν μέρει λόγω ελλείψεως αιτιολογίας η προσβαλλόμενη καταδικαστική απόφαση για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως ως προς την αποδοχή της ελαφρυντικής περίστασης του προτέρου συννόμου βίου, διότι αφενός μεν, σύμφωνα με τις παραδοχές της προσβαλλομένης στο σκεπτικό επί της ενοχής, δεν απεδείχθη ότι η τέλεση της πράξης εκ μέρους του αναιρεσιβλήτου ήταν άκρως εξαιρετική και περιστασιακή, ενώ όλα τα πραγματικά περιστατικά που προηγήθηκαν της ανθρωποκτονίας, καθώς και οι περιστάσεις υπό τις οποίες τελέσθηκε αυτή, αποκαλύπτουν προσωπικότητα υποδηλώνουσα έλλειψη σεβασμού σε έννομα αγαθά, αφετέρου δε στο σκεπτικό της ίδιας απόφασης ουδεμία αναφορά υπάρχει στα περιστατικά επί των οποίων θεμελιώνεται η συνδρομή της ελαφρυντικής περίστασης, με συνακόλουθη συνέπεια η επιβληθείσα ποινή να μην ευθυγραμμίζεται με την αρχή της αναλογίας.
Παύει οριστικώς λόγω παραγραφής η ποινική δίωξη των κατηγορουμένων για από κοινού και κατ’ εξακολούθησιν τέλεση απάτης με συνολικό όφελος και ζημία άνω των 120.000 ευρώ εις βάρος του Δημοσίου και νόθευση εγγράφου από υπάλληλο με συνολικό όφελος ή ζημία άνω των 120.000 ευρώ εις βάρος του Δημοσίου, για ηθική αυτουργία στις ανωτέρω πράξεις κατά συρροή και κατ’ εξακολούθησιν, καθώς και για έκδοση ψευδούς βεβαιώσεως ο υπαίτιος της οποίας είχε σκοπό να προσπορίσει σε άλλον αθέμιτο όφελος άνω των 120.000 ευρώ, υπό την επιβαρυντική περίσταση της νομοθεσίας περί καταχραστών του Δημοσίου (με προκληθείσα κατ’ αυτού ζημία άνω των 150.000 ευρώ, χαρακτηριζόμενη ως ιδιαιτέρως μεγάλης αξίας), αφού από την τέλεση των εν λόγω πράξεων έως και την επίδοση των κλήσεων στους κατηγορουμένους έχει παρέλθει χρόνος μεγαλύτερος των δεκαπέντε ετών, χωρίς να έχει λάβει χώρα πενταετής αναστολή της παραγραφής.
Γίνεται δεκτή η αίτηση του κατηγορουμένου και αναστέλλεται υπό όρους η εκτέλεση της απόφασης που εκδόθηκε επί της εφέσεώς του, μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση επί της κατ’ αυτής ασκηθείσης αιτήσεως αναιρέσεώς του, αφού κρίνεται ότι η συνέχιση της έκτισης της ποινής που του επιβλήθηκε (κάθειρξη έξι ετών για απλή συνέργεια σε ληστεία με κεκαλυμμένα χαρακτηριστικά προσώπου) θα είχε ως συνέπεια την πρόκληση ανεπανόρθωτης βλάβης για την οικογένειά του.
Απορρίπτεται η υπό κρίσιν έφεση του Ελληνικού Δημοσίου ως αβάσιμη, καθόσον κρίνεται ότι η επιβληθείσα εις βάρος του εφεσιβλήτου ποινή φυλακίσεως δεκαπέντε μηνών με αναστολή για το αδίκημα της λήψης εικονικών φορολογικών στοιχείων (δύο ΤΠΥ μικτής αξίας 70.800 ευρώ έκαστο) παρίσταται ικανή να καταστείλει κατά τρόπο αποτελεσματικό, αποτρεπτικό και σύμφωνο με την αρχή της αναλογικότητας την αντίστοιχη διοικητική παράβαση που του αποδόθηκε, κατά συνέπεια δε ορθώς ακυρώθηκε η ένδικη πράξη επιβολής προστίμου με την εκκαλούμενη απόφαση.