Αν ορισμένη σύμβαση τραπεζικής εγγύησης κριθεί άκυρη με δικαστική απόφαση, ο εγγυητής δικαιούται να αιτηθεί την διαγραφή του από τον κατάλογο της εταιρείας διαχείρισης τραπεζικών δεδομένων Τειρεσίας Α.Ε. Τα αναγκαία δικαιολογητικά τίθενται απευθείας υπόψη της Τειρεσίας Α.Ε., χωρίς να παρεμβάλλεται η δανειοδότρια τράπεζα.
Στην γνωμοδότηση εξετάζεται η λειτουργία των άρθρων 261 § 2 ΑΚ και 260 § 3 ΚΠολΔ (260 § 2 προ του Ν. 4842/2021) και η σχέση αυτών προς το άρθρο 49 του Ν.Δ. 496/1974. Η ρύθμιση του άρθρου 260 § 2 ΚΠολΔ/2013 (= 260 § 3 ΚΠολΔ) αποτελεί γνήσιο ερμηνευτικό κανόνα δικαίου, ο οποίος αποσαφηνίζει τη ρύθμιση του άρθρου 261 § 2 ΑΚ, όπως αυτή εισήχθη με το άρθρο 101 του Ν. 4139/2013.
Σύμβαση εργολαβίας δίκης τελούσα υπό την αναβλητική αίρεση της επιτυχούς αμετάκλητης περάτωσης της δίκης για τον εντολέα. Σε περίπτωση αδικαιολόγητης ανάκλησης της εντολής από τον πελάτη-εντολέα, χρόνος υπολογισμού της οφειλόμενης αμοιβής του δικηγόρου είναι ο χρόνος της ανάκλησης, υπό την προϋπόθεση ότι, αν δεν μεσολαβούσε η λύση της σύμβασης εντολής, ο δικηγόρος θα ολοκλήρωνε επιτυχώς τη δίκη με κατάληξη την έκδοση ευνοϊκής για τον εντολέα του αμετάκλητης απόφασης.
Απλές μόνον υπόνοιες ή εντυπώσεις για τον παράνομο χαρακτήρα των προθέσεων ενός σωματείου ή των σκοπούμενων δραστηριοτήτων του ή περί αντίθεσης αυτών στην δημόσια τάξη, δεν μπορούν να θεμελιώσουν την κοινωνική ανάγκη προσφυγής στο περιοριστικό μέτρο της μη αναγνώρισης του υπό σύσταση σωματείου.
Η μη τήρηση από τα πιστωτικά ιδρύματα της ΔΕΚ (Διαδικασίας Επίλυσης Καθυστερήσεων) ή της υποχρέωσης ενημέρωσης των συναλλασσομένων δεν συνεπάγεται άνευ ετέρου την ακυρότητα της καταγγελίας της πιστωτικής σύμβασης, αλλά επισύρει μόνο την επιβολή εποπτικής φύσης κυρώσεων εκ μέρους της Τράπεζας της Ελλάδος.
Η κατάχρηση του θεσμού της νομικής προσωπικότητας, επαγόμενη τη δημιουργία παθητικής εις ολόκληρον ενοχής μεταξύ εμφανούς νομικού προσώπου και αφανούς τρίτου, διασπά τον κανόνα της „inter partes“ ισχύος της διαιτητικής συμφωνίας και δικαιολογεί την επέκταση αυτής, ώστε να καταλαμβάνει και τον τρίτο. Το ότι ο τελευταίος δεν συμμετείχε στη συγκρότηση του διαιτητικού δικαστηρίου, δεν συνιστά παράβαση της αρχής της ισότητας και του προς ακρόαση δικαιώματος, καθώς η πλήρωση του πραγματικού της κατάχρησης της νομικής προσωπικότητας έχει ως συνέπεια, ότι η επιλογή διαιτητή εκ μέρους του νομικού προσώπου «καταλογίζεται» στον υποκρυπτόμενο τρίτο.
Η μελέτη πραγματεύεται την τύχη της εμπράγματης ασφάλειας (υποθήκης-ενεχύρου) στην περίπτωση που αυτή συστήθηκε προς εξασφάλιση ήδη παραγεγραμμένης απαίτησης και εν αγνοία της παραγραφής αυτής. Στο πλαίσιο αυτό διερευνάται καταρχάς η σχέση της ΑΚ 272 παρ. 2 εδ. β΄ με την ΑΚ 1320. Εν συνεχεία η μελέτη διερευνά και την τυχόν δυνατότητα του προσωπικού οφειλέτη ή του τρίτου, που παρείχαν εμπράγματη ασφάλεια εν αγνοία της παραγραφής της ασφαλιζόμενης απαίτησης, να επιτύχουν την ακύρωση της εμπράγματης δικαιοπραξίας (μονομερούς δικαιοπραξία ή σύμβασης) δια της οποίας παραχωρήθηκε η ασφάλεια, με επίκληση των διατάξεων περί πλάνης.
Αρχή της ισοτιμίας των μελών έναντι του σωματείου. Όλα τα μέλη του σωματείου έχουν κατ’ αρχήν τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες υποχρεώσεις. Με ομόφωνη απόφαση της γενικής συνέλευσης ή βάσει διάταξης του καταστατικού, αρχικού ή τροποποιηθέντος, είναι δυνατόν να απονέμονται ή να αφαιρούνται δικαιώματα από ορισμένα μέλη του σωματείου ή αντίστοιχα να επιβάλλονται ή να καταργούνται υποχρεώσεις τους.