Στην μελέτη αναλύονται ζητήματα που ανακύπτουν σε σχέση με τον θεσμό της υφ’ όρον απόλυσης μετά την θέση σε ισχύ του νέου Ποινικού Κώδικα και την πρόσφατη μεταρρύθμισή του με τον Ν. 4855/2021. Μέσα από την αδρομερή σκιαγράφηση ετερόκλιτων αλλοδαπών ρυθμίσεων επιχειρείται, τέλος, η ανάδειξη κάποιων de lege ferenda ουσιαστικών κριτηρίων, η εισαγωγή των οποίων θα σηματοδοτούσε την κρίσιμη για την επιβίωση του θεσμού επιστροφή στην διαχείριση ποινικών κινδύνων με προγνωστικές αποφάσεις από την δικαστική εξουσία.
Στο πρώτο μέρος της παρούσας μελέτης εξετάζεται κατά πόσο η αξίωση του άρθρου 1400 ΑΚ συνιστά έννομη σχέση δεκτική συμβιβασμού, καθώς και η συνδρομή του στοιχείου των αμοιβαίων υποχωρήσεων των μερών ως προϋπόθεσης για την κατάρτιση της σύμβασης συμβιβασμού κατά την AK 871. Στο δεύτερο μέρος της μελέτης επιχειρείται η (κριτική) παρουσίαση των επιχειρημάτων της ΜΕφΘεσ 745/2021 αναφορικά με τη νομική φύση της επίδικης αναγνώρισης χρέους ως αφηρημένης, κατά την έννοια των άρθρων 873-875 ΑΚ.
Διατάσσεται η μη εκτέλεση του υπό κρίσιν ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως του Εφετείου του Μπρασόβ για την πράξη της «σύστασης οργανωμένης εγκληματικής ομάδας», λόγω μη νόμιμης σύνθεσης του δικαστηρίου που εξέδωσε την καταδικαστική απόφαση και λόγω απειλής απάνθρωπων και εξευτελιστικών συνθηκών κράτησης εις βάρος του εκζητουμένου στο κράτος εκδόσεως του ΕΕΣ, αίρονται οι περιοριστικοί όροι που είχαν επιβληθεί σε αυτόν και διαβιβάζεται η δικογραφία στον αρμόδιο Εισαγγελέα Εφετών για τις νόμιμες ενέργειές του.
H ρύθμιση του άρθρ. 3 § 3 του ν. 4491/2017 εκφράζει την απόφαση του νομοθέτη να προσφέρει συνολική προστασία στην αρχή του ετερόφυλου γάμου, αποκλείοντας και τον γάμο ο οποίος, ενώ αρχικά θα αφορούσε ζεύγος άνδρα και γυναίκας, μετά τη διόρθωση φύλου είτε του άνδρα είτε της γυναίκας, θα μεταβαλόταν πάλι σε γάμο προσώπων του ίδιου φύλου. Από την άλλη πλευρά, στην περίπτωση που τα μέρη εκδηλώνουν την επιθυμία για τη συνέχιση της έγγαμης σχέσης τους, αντιμετωπίζουν το δίλημμα να επιλέξουν κάτι από τα δύο, δηλαδή είτε τη διόρθωση φύλου με τίμημα τον γάμο τους, είτε τον γάμο τους με τίμημα τη διόρθωση φύλου. Το ερώτημα της μελέτης επικεντρώνεται στο αν οι απώλειες αυτές μπορεί να δικαιολογηθούν με βάση το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ, ή, μήπως, αντίθετα, το άρθρ. 3 § 3 του ν. 4491/2017 δεν περνά με επιτυχία τον υπερνομοθετικό έλεγχο.
Η παρούσα μελέτη αναδεικνύει λεπτομερώς τις επιμέρους διαφοροποιήσεις του νέου νομοθετικού πλαισίου σε σχέση με τις αντίστοιχες διατάξεις του προϊσχύσαντος και επισημαίνει ορισμένα ζητήματα δογματικής φύσεως, τα οποία αναφύονται σε σχέση με τις νέες μεταρρυθμίσεις. Ιδιαίτερη έμφαση, μάλιστα, δίδεται στις τελευταίες τροποποιήσεις των οικείων διατάξεων, τις οποίες επέφερε ο ν. 4855/2021 και οι οποίες, ενόψει της αυξημένης συχνότητας εμφάνισης μορφών βαρείας εγκληματικότητας, παρουσιάζουν σε ορισμένα σημεία μια τάση αυστηροποίησης κατά το περιεχόμενό τους.
Απόρριψη της έγκλησης κατά παράβαση του άρ. 59 παρ. 2 ΚΠΔ. Απόλυτη ακυρότητα. Ζητήματα παροχής νομικής βοήθειας. Μη στοιχειοθέτηση ψευδούς βεβαίωσης και παράβασης καθήκοντος από αστυνομικό που προβαίνει στην δέσμευση του δράστη με σκοπό την προσαγωγή του και συνυπογράφει εσφαλμένως την έκθεση σύλληψης ως «συλλαβών»
Σύμβαση εργολαβίας δίκης τελούσα υπό την αναβλητική αίρεση της επιτυχούς αμετάκλητης περάτωσης της δίκης για τον εντολέα. Σε περίπτωση αδικαιολόγητης ανάκλησης της εντολής από τον πελάτη-εντολέα, χρόνος υπολογισμού της οφειλόμενης αμοιβής του δικηγόρου είναι ο χρόνος της ανάκλησης, υπό την προϋπόθεση ότι, αν δεν μεσολαβούσε η λύση της σύμβασης εντολής, ο δικηγόρος θα ολοκλήρωνε επιτυχώς τη δίκη με κατάληξη την έκδοση ευνοϊκής για τον εντολέα του αμετάκλητης απόφασης.