Η γνωστή δυσχέρεια του καθορισμού των πεδίων εφαρμογής των άρθρων 534 και 536 ΚΠολΔ και της μεταξύ των οριοθετήσεως επιτείνεται επί εφαρμογής των εν λόγω ρυθμίσεων στις προβαλλόμενες από τους διαδίκους ενστάσεις, αντενστάσεις, αρνήσεις κ.ο.κ. Η αποτίμηση των κάποτε αντικρουόμενων θέσεων θεωρίας και νομολογίας προϋποθέτει καταρχάς τη γενική θεώρηση των επιταγών των συζητούμενων ρυθμίσεων από την έποψη του δικαιολογικού λόγου, του περιεχομένου και της βασικής λειτουργίας τους. Περαιτέρω, επιβάλλεται η έρευνα της δομής του δικανικού συλλογισμού, όταν αφενός η προβαλλόμενη ένσταση απορρίπτεται ως απαράδεκτη, ως νόμω ή ουσία αβάσιμη και αφετέρου όταν αυτή γίνεται δεκτή στην ουσία της ή δεν ερευνάται.
Γίνεται δεκτή η αίτηση διορισμού ειδικού εκπροσώπου της ανώνυμης εταιρείας με σκοπό ο τελευταίος να συντάξει, υπογράψει και εγχειρίσει έγκληση για λογαριασμό της ως άνω εταιρείας, να προσκομίσει τα απαραίτητα έγγραφα, να προτείνει μάρτυρες, να δηλώσει παράσταση της εταιρείας προς υποστήριξη της κατηγορίας, να διορίσει συνηγόρους για την υποστήριξη της κατηγορίας, να παραστεί για λογαριασμό της εταιρείας σε κάθε στάδιο της προδικασίας και της κύριας ποινικής διαδικασίας και να ενεργεί οποιαδήποτε αναγκαία πράξη στο πλαίσιο της ολοκλήρωσης της ποινικής διαδικασίας και μέχρι το πέρας αυτής.
Απορρίπτεται η προσφυγή του υπαλλήλου Ανεξάρτητης Διοικητικής Αρχής και θύματος της συκοφαντικής δυσφήμισης, ο οποίος εγκαλεί τον υπάλληλο-υπεύθυνο κλιμακίου επιτόπιου ελέγχου καζίνο της ίδιας Αρχής, για την “ματαίωση της δίωξης” της εις βάρος του συκοφαντικής δυσφήμισης, τελεσθείσα με την παράλειψη του εγκαλουμένου να δηλώσει τα ονόματα-στοιχεία των φερομένων ως δραστών, παρά την εξώδικη πρόσκλησή του, επειδή ο εγκαλούμενος δεν φαίνεται να γνώριζε την τέλεση της αξιοποίνου πράξεως ή τα ονόματα των φερομένων ως δραστών
Εφόσον η αξίωση προς αποζημίωση λόγω αδικοπραξίας έχει παραγραφεί, ο παθών μπορεί να στραφεί κατά του αδικοπραγήσαντος ζητώντας με βάση το άρθρο 938 ΑΚ την απόδοση κάθε ωφέλειας που ο τελευταίος αποκόμισε από την αδικοπραξία (περιελθόν). Ο εναγόμενος σε απόδοση της περιελθούσας ωφέλειας δεν μπορεί να αντιτάξει κατά του παθόντος-δότη του πλουτισμού την ένσταση του άρθρου 300 ΑΚ.
Η μελέτη φωτίζει τη σχέση μεταξύ των διατάξεων του άρθρ. 8 του Ν. 1652/1986 για την ξενοδοχειακή σύμβαση και των διατάξεων του κοινού μισθωτικού δικαίου. Επίσης, αναλύει το νομικό πλαίσιο που διέπει τους όρους και τις συνέπειες της καταγγελίας της ξενοδοχειακής σύμβασης εγγυημένης κράτησης για σπουδαίο λόγο, καθώς και την αντιμετώπιση της ελαττωματικότητας των ξενοδοχειακών υπηρεσιών υπό το ισχύον δίκαιο.