Αίρεται η διαφωνία μεταξύ του αναπληρωτή ανακριτή και της εισαγγελέως πρωτοδικών υπέρ της γνώμης της τελευταίας ως προς το ζήτημα της επιβολής προσωρινής κράτησης εις βάρος της κατηγορουμένης (για απάτη σε βαθμό κακουργήματος κατ’ εξακολούθησιν με συνολική περιουσιακή βλάβη και αντίστοιχο όφελος άνω των 120.000 ευρώ και απόπειρα αυτής, καθώς και για αντιποίηση δικηγορίας κατ’ εξακολούθησιν), επειδή οι εγκλήσεις των παθόντων υπεβλήθησαν νομοτύπως (εντός τριμήνου από την γνώση της τέλεσης της τελευταίας μερικότερης πράξης απάτης εις βάρος καθενός από αυτούς και της ταυτότητας της κατηγορουμένης ως μη δικηγόρου), χωρίς να συντρέχει περίπτωση εφαρμογής του άρ. 464 ΠΚ, αφού οι επίμαχες υποθέσεις δεν ήσαν εκκρεμείς, καλύπτουν δε οι εν λόγω εγκλήσεις τις προηγούμενες επιμέρους πράξεις, ώστε να εφαρμόζεται το άρ. 98 παρ. 2 ΠΚ και να χωρεί επιτρεπτώς ο αθροιστικός υπολογισμός της περιουσιακής βλάβης και του αντίστοιχου οφέλους. Σύμφωνη εισαγγελική πρόταση.
Mε τη σύναψη σύμβασης για την έκδοση ενός αδημοσίευτου έργου ο δημιουργός παραχωρεί στον εκδότη την άσκηση του δικαιώματος πρώτης δημοσίευσης του έργου του. Η βούληση παραχώρησης του εν λόγω δικαιώματος συνήθως συνάγεται ερμηνευτικά, με βάση την αρχή της καλής πίστης, από το κείμενο της σύμβασης ή από τις συνοδευτικές περιστάσεις (π.χ. την παράδοση αντιγράφου του έργου στον εκδότη).
Αναιρείται εν μέρει, λόγω εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής των άρ. 32 παρ. 3 και 4, 92 και 96α του Ν. 4745/2020, των άρ. 55Α παρ. 3 του Ν. 4174/2013 (όπως ίσχυε πριν από την τροποποίησή του με το άρ. 32 του Ν. 4745/2020) και του άρ. 2 ΠΚ και λόγω αρνητικής υπερβάσεως εξουσίας η προσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία έπαυσε οριστικά η ποινική δίωξη κατά του κατηγορουμένου για φοροδιαφυγή διά της παραλείψεως υποβολής δηλώσεως φορολογίας εισοδήματος, με αναλογούντα φόρο ποσού υπερβαίνοντος τα 15.000 ευρώ, κατά την διαχειριστική περίοδο 1.1.2006 έως 31.12.2006 (οικονομικό έτος 2007), με χρόνο οριστικοποίησης της φορολογικής εγγραφής στις 18.2.2014.
Οι θέσεις της νομολογίας αναφορικά με τους συχνότερα εμφανιζόμενους λόγους ανακοπής κατά διαταγής πληρωμής από σύμβαση αλληλόχρεου λογαριασμού εμφανίζουν σε πολλές περιπτώσεις ανομοιογένεια και εγείρουν πληθώρα ερωτημάτων. Με την παρούσα μελέτη, αφενός μεν επιχειρείται μια χαρτογράφηση των θέσεων αυτών, ώστε να «φωτιστούν» τα σημεία όπου παρατηρούνται διχογνωμίες, αφετέρου δε γίνεται προσπάθεια κριτικής επισκόπησής τους, τόσο σε δικονομικό όσο και σε ουσιαστικό επίπεδο.
Κηρύσσεται απαράδεκτη η ποινική δίωξη των κατηγορουμένων για συκοφαντική δυσφήμηση, τελεσθείσα μέσω του διαδικτύου (με αναρτήσεις σχολίων σε ιστοσελίδα), καθόσον η έγκληση της παθούσας υποβλήθηκε αφότου είχε συμπληρωθεί χρονικό διάστημα τριών μηνών από την γνώση εκάστης πράξης (των συκοφαντικών αναρτήσεων) και των στοιχείων (ψευδωνύμων) των κατηγορουμένων.
Η αξίωση για καταβολή του τιμήματος στον πωλητή γεννιέται με την παράδοση του πράγματος. Αν δεν ορίστηκε χρόνος καταβολής του τιμήματος (όπως π.χ. όταν το τίμημα έχει πιστωθεί χωρίς να έχει οριστεί συγκεκριμένος χρόνος καταβολής του), ο πωλητής δικαιούται να απαιτήσει το τίμημα (αντιπαροχή) ορίζοντας τον χρόνο πληρωμής του κατά δίκαιη κρίση και σύμφωνα με την αρχή της καλής πίστης (ΑΚ 200, 288, 371).