Ως προς την συγκρότηση της αντικειμενικής υπόστασης της πράξης χειραγώγησης της αγοράς στη βασική της μορφή, εφαρμοστέα, ως ευμενέστερη για τον κατηγορούμενο, είναι η διάταξη του άρ. 31 του Ν. 4443/2016, ενώ ως προς την στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υπόστασης εφαρμοστέα είναι η διάταξη του άρ. 30 του Ν. 3340/2005.
Κηρύσσονται αθώοι οι κατηγορούμενοι για την πράξη της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας που έγινε με φωτιά ή εκρηκτικές ύλες, επειδή τα φθαρμένα-εγκαταλελειμμένα εξωτερικά κουφώματα τα οποία κατέκαψαν οι κατηγορούμενοι ουδεμία χρησιμότητα είχαν για τον ιδιοκτήτη τους κατά τον προορισμό τους, ούτε επίσης υπήρξε κίνδυνος εκμηδένισης ή μείωσης της χρησιμότητας άλλων πραγμάτων ιδιοκτησίας των παθόντων, δεδομένου ότι το κτίριο στο οποίο μπορούσε να επεκταθεί η φωτιά ήταν εγκαταλελειμμένο και προοριζόταν για κατεδάφιση.
Η μελέτη διερευνά τον ρόλο του δικαίου της πνευματικής ιδιοκτησίας στο νέο ψηφιακό περιβάλλον των αρχών του 21ου αιώνα. Τίθεται το θεμελιώδες ερώτημα κατά πόσο το σύστημα προστασίας που θεσπίζουν οι σχετικές διατάξεις εξακολουθεί να είναι δημιουργoκεντρικό, και επομένως η πνευματική ιδιοκτησία αποτελεί μονοστοχικό δίκαιο προστασίας του κατά τεκμήριο διαπραγματευτικά ασθενέστερου δημιουργού, ή διολισθαίνει βαθμιαία προς την εκπλήρωση περισσότερων στόχων και ιδίως προς την προστασία των επενδύσεων.
Απαλλοτρίωση κατά την έννοια του άρθρου 939 ΑΚ συνιστά και η συναινετική προσημείωση υποθήκης που παραχωρείται από τον οφειλέτη προς τρίτον δανειστή του, ο οποίος τελεί σε γνώση ότι η εν λόγω παραχώρηση βλάπτει τα συμφέροντα άλλων δανειστών του οφειλέτη. Η συναινετική προσημείωση υποθήκης, όταν συνιστά προσπάθεια εξεύρεσης μέσων προς πληρωμή ληξιπρόθεσμου χρέους, εξομοιώνεται με δόση αντί καταβολής, αποτελεί δηλαδή απαλλοτρίωση.
Η διάταξη του άρθρου 473 παρ. 3 εδ. γ΄ ΚΠΔ εγείρει εύλογα ζητήματα ως προς την παραγραφή της ποινής. Τα εν λόγω ζητήματα άπτονται α) της παραγραφής της επιβληθείσης ποινής, καθ’ ον χρόνο αυτή εκτίεται, β) της παράλληλης παραγραφής της αξιόποινης πράξης και της επιβληθείσης γι’ αυτήν ποινής και γ) της έμμεσης και «εν σπέρματι» αντίθεσής της προς το τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου. Στην μελέτη υποστηρίζεται η άποψη ότι de lege ferenda η πρόβλεψη της διάταξης αυτής θα μπορούσε να νοηθεί ως θεσμός ευεργετικού υπολογισμού του χρόνου παραγραφής των ποινών.