Ο θεσμός της Ευρωπαϊκής Εντολής Έρευνας, εξαιτίας της ταχύτερης και αποτελεσματικότερης διασυνοριακής συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων σε ποινικές υποθέσεις, μπορεί, αναντίρρητα, να αντιμετωπίσει με μεγαλύτερη επιτυχία το οργανωμένο έγκλημα και τη διαφθορά με διεθνείς διαστάσεις σε σχέση με την αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης.
Στο πλαίσιο κυμαινόμενης ασφάλειας ο ασφαλειοδότης υποχρεούται να αντικαθιστά τα τυχόν εκποιηθέντα πράγματα της ομάδας με άλλα ανάλογης αξίας και να αποστέλλει κάθε τρίμηνο συνοπτική κατάσταση των αντικειμένων της υπέγγυας ομάδας και των μεταβολών της. Σε περίπτωση παραβίασης της ως άνω υποχρέωσης αναπλήρωσης ο ασφαλειοδότης ευθύνεται σε άρση της επιβλαβούς παράλειψής του.
Απειλή εις βάρος συζύγου. Από την λύση του γάμου αίρεται η γαμική σχέση για το μέλλον, με συνέπεια να παύει η ιδιότητα του συζύγου και να μην βρίσκει πεδίο εφαρμογής η διάταξη του άρ. 333 παρ. 2 εδ. β΄ ΠΚ, αλλά αυτή της παρ. 1 του ίδιου άρθρου.
Αντικείμενο της μελέτης είναι το ζήτημα αν η προστασία του δικαιώματος κοινοχρησίας επί των κοινόχρηστων πραγμάτων, των οποίων η απαρίθμηση στην ΑΚ 967 είναι ενδεικτική, επιβάλλεται de lege lata να επεκταθεί και στη χρήση ζωτικής για τον σύγχρονο άνθρωπο σημασίας δικτύων παροχής (ενδεικτικά) ηλεκτρικής ή άλλης ενέργειας, πληροφοριών και τηλεπικοινωνιών. Πρόκειται για ένα τεράστιας σημασίας ζήτημα στην σύγχρονη κοινωνικο-οικονομική πραγματικότητα, του οποίου η ρύθμιση βρίσκεται στα όρια των πεδίων εφαρμογής του δημόσιου και του ιδιωτικού δικαίου.
Το αδίκημα της διατάραξης των συγκοινωνιών εξ αμελείας είναι δυνατόν να συρρέει πραγματικά με την πράξη της σωματικής βλάβης εξ αμελείας ή της ανθρωποκτονίας εξ αμελείας, της τελευταίας μη απορροφωμένης από την πρώτη. Όταν η αμέλεια συνίσταται σε σύνολο συμπεριφοράς που προηγήθηκε του αποτελέσματος, τότε για την θεμελίωση της ανθρωποκτονίας διά παραλείψεως εξ αμελείας απαιτείται η συνδρομή και των όρων του άρ. 15 ΠΚ. Πότε υπάρχει αιτιολογία στην καταδικαστική απόφαση επί συνδρομής ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης.
Ερμηνεία των διατάξεων του άρθρου 3 παρ. 3-4 της Οδηγίας 98/71/ΕΚ. Η συνδρομή της προβλεπόμενης στις ως άνω διατάξεις προϋπόθεσης, να είναι «ορατό» ένα σχέδιο ή υπόδειγμα που εφαρμόζεται ή ενσωματώνεται σε συστατικό σύνθετου προϊόντος, πρέπει να εξετάζεται υπό το πρίσμα της συνήθους χρήσεως του σύνθετου προϊόντος.