Το άρθρο 1009 ΚΠολΔ εφαρμόζεται επί εμπορικών μισθώσεων, όχι όμως επί αστικών μισθώσεων, οι οποίες διέπονται από τα άρθρα 614 επ. ΑΚ. Το άρθρο 1009 ΚΠολΔ δεν εφαρμόζεται επί αστικών μισθώσεων ούτε αναλογικά. Ο υπερθεματιστής υπεισέρχεται κατ’ αρχήν ex lege στην υφιστάμενη μίσθωση, δικαιούται όμως ακολούθως να την καταγγείλει. Η καταγγελία, που απευθύνεται κατά του μισθωτή, παράγει τα αποτελέσματά της (λύση της μίσθωσης) δύο μήνες μετά την άσκησή της.
Ο εξαιρετικός τρόπος εισαγωγής των κακουργημάτων που αναφέρονται στο άρ. 309 παρ. 1 ΚΠΔ στο ακροατήριο με απευθείας κλήση δεν εφαρμόζεται ως προς τα συναφή (κατά τα άρ. 128, 129 ΚΠΔ) εγκλήματα που ανήκουν στην αρμοδιότητα του μικτού ορκωτού δικαστηρίου, για τα οποία πρέπει να ακολουθηθεί η διαδικασία των συμβουλίων.
Ζημιούμενος από την πλασματική πλήρωση της αίρεσης κατά την έννοια του άρθρου 207 ΑΚ θεωρείται και ο υπό αίρεση υπόχρεος. Για τη στοιχειοθέτηση κακόπιστης παρακώλυσης πλήρωσης της αίρεσης δεν απαιτείται πταίσμα. Παρακώλυση της πλήρωσης μπορεί να συντελεστεί και διά παραλείψεως, εφόσον όμως υφίσταται υποχρέωση ενέργειας στο πρόσωπο του παρακωλύοντος.
Σύμφωνα με την πάγια νομολογία, για την προβολή της ακυρότητας του κλητηρίου θεσπίσματος ή της κλήσης στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο απαιτείται προηγουμένως η επίκλησή της με ειδικό λόγο έφεσης κατά της πρωτοβάθμιας απόφασης. Στην μελέτη, η ορθότητα και η χρησιμότητα της εν λόγω νομολογιακής απαίτησης αξιολογούνται κριτικά υπό το πρίσμα τόσο του παλαιού ΚΠΔ, όσο και του νέου άρ. 502 παρ. 2 ΚΠΔ, με το οποίο καθιερώθηκε το καθολικό μεταβιβαστικό αποτέλεσμα της έφεσης.
Χρόνος επιβολής της συντηρητικής κατάσχεσης απαίτησης εις χείρας τρίτου είναι η επίδοση του κατασχετηρίου εγγράφου στον τρίτο. Η συντηρητική κατάσχεση ολοκληρώνεται και παράγει τις έννομες συνέπειές της, ήτοι τη δέσμευση της απαίτησης, από και με την επίδοση στον τρίτο αντιγράφου της απόφασης που τη διατάσσει (ή ανάλογα της οριστικής απόφασης ή της διαταγής πληρωμής επί αυτοδύναμης συντηρητικής κατάσχεσης), με επιταγή προς αυτόν να μην εξοφλήσει την απαίτηση.
Παραπέμπεται ο κατηγορούμενος να δικασθεί για τις πράξεις α) της εμπορίας, αποθήκευσης ή διακίνησης καυσίμων μέσω αντλιών, μετρητών ή δεξαμενών που δεν έχουν περιληφθεί στο εγκατεστημένο σύστημα παρακολούθησης εισροών-εκροών της ΑΑΔΕ, β) της μη αποστολής αποδείξεων εσόδων στο ίδιο σύστημα (άρ. 31 παρ. 11 περ. β΄ εδ. α΄ και β΄ του Ν. 3784/2009) και γ) της αποθήκευσης και εμπορίας αργού πετρελαίου ή πετρελαιοειδών ή άλλων ενεργειακών προϊόντων χωρίς νόμιμη άδεια (άρ. 16 παρ. 1 του Ν. 3054/2002).
Σε περίπτωση διακοπής της έγγαμης συμβίωσης η αξίωση διατροφής του δικαιούχου συζύγου αποσβήνεται με τη λύση του γάμου, η οποία επέρχεται με την έκδοση αμετάκλητης δικαστικής απόφασης. Όταν ο Άρειος Πάγος δικάζει ως ακυρωτικό δικαστήριο, η αμετάκλητη λύση του γάμου επέρχεται με τη δημοσίευση της (απορριπτικής της αιτήσεως αναιρέσεως) απόφασής του.
Η έννοια της γενετήσιας πράξης βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπη με δύο τάσεις διεύρυνσής της: η μία ακολουθείται από τη νομολογία, η οποία, εμμένουσα σταθερά στον παλιό ορισμό της ασελγούς πράξης, υπάγει στην έννοια ερωτικές πράξεις δυσανάλογης σημασίας και βαρύτητας· η άλλη υποστηρίζεται από μεγάλη μερίδα της θεωρίας, η οποία, συγχέοντας τη γενετήσια διέγερση με το κίνητρο που την προκαλεί, αρνείται το ηδονιστικό στοιχείο ως προϋπόθεση της γενετήσιας πράξης. Και οι δύο αυτές τάσεις, οι οποίες επικαλούνται την ανάγκη αυξημένης προστασίας της γενετήσιας αυτοδιάθεσης, δεν είναι ορθές.