Η μελέτη πραγματεύεται το ζήτημα της επίδρασης της πτωχευτικής απαλλοτρίωσης στις συμβάσεις εκχώρησης μελλοντικών απαιτήσεων που είχε συνάψει ο πτωχός πριν από την πτώχευση. Αρχικά εκτίθενται οι προϋποθέσεις έγκυρης προεκχώρησης μελλοντικής απαίτησης, ο χρόνος κατά τον οποίο θα πρέπει να συντρέχουν αυτές και η νομική κατάσταση που δημιουργείται με την εν λόγω εκχώρηση. Στη συνέχεια, αναπτύσσεται η έννοια της πτωχευτικής περιουσίας και οι προϋποθέσεις ένταξης ενός περιουσιακού στοιχείο σε αυτή και τονίζεται η διάκριση μεταξύ πτωχευτικής και μεταπτωχευτικής περιουσίας. Τέλος, εξετάζεται το νέο άρθρο 210 παρ. 1 του ν. 4738/2020, που αφορά ακριβώς το εν λόγω ζήτημα, και διατυπώνεται η άποψη πως δεν πρέπει να υιοθετηθεί ερμηνευτικά η θέση που αποτυπώνεται στην αιτιολογική έκθεση, διότι δημιουργεί υπέρμετρη αξιολογική αντινομία.
Η θέσπιση αστικής ευθύνης των διοικητών κεφαλαιουχικών εταιριών έναντι των εταιρικών πιστωτών χρησιμοποιείται από τον Έλληνα νομοθέτη ως εργαλείο αντιμετώπισης της εκ μέρους τους κακοδιαχείρισης κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Το ενδιαφέρον της παρούσας μελέτης επικεντρώνεται στο ερώτημα, κατά πόσο το εν λόγω εργαλείο πράγματι συμβάλλει αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση της παρέλκυσης της διαδικασίας της πτώχευσης.
Αντικείμενο της μελέτης αποτελεί η αναμόρφωση των οργάνων της πτωχευτικής διαδικασίας και των εξουσιών τους ως αποτέλεσμα της εκτεταμένης αναθεώρησης που επιχείρησε στο πτωχευτικό δίκαιο ο Ν. 4446/2016 και ακολούθως ο Ν. 4472/2017 (που εισήγαγε νέο καθεστώς απλοποιημένης διαδικασίας πτώχευσης), αλλά και της θέσπισης με το π.δ. 133/2016 ενός πλαισίου ρύθμισης του επαγγέλματος του διαχειριστή αφερεγγυότητας, που αφορά κατά κύριο λόγο τον σύνδικο της πτώχευσης.
Πτωχευτική ανάκληση. Η εκμίσθωση ακινήτου του οφειλέτη έναντι ιδιαιτέρως χαμηλού μισθώματος αποτελεί σύμβαση που ανακαλείται υποχρεωτικά από το δικαστήριο επειδή, αν και αμφοτεροβαρής, θεωρείται υπέρμετρα επαχθής για τα συμφέροντα του οφειλέτη-πτωχού.