Ο κύριος δεν δικαιούται να ασκήσει αρνητική αγωγή αν ο “διαταράσσων” την κυριότητα ενεργεί δυνάμει δικαιώματος που πηγάζει από έννομη σχέση που δεσμεύει τον κύριο, όπως λ.χ. η δουλεία οδού ή η οιονεί νομή δουλείας οδού. Οιονεί νομέας θεωρείται όχι μόνο όποιος νέμεται ορισμένο πράγμα ως δικαιούχος πραγματικής δουλείας, αλλά και εκείνος που θεμελιώνει το δικαίωμα φυσικού εξουσιασμού σε ενοχική σχέση, όπως σε παραχώρηση ή άδεια του κυρίου-ενάγοντος ή της αρχής.
Σύμφωνα με τη γερμανική νομολογία ο πολίτης που ζητεί δικαστική προστασία κάνοντας χρήση μίας κρατικής έννομα ρυθμισμένης διαδικασίας δεν επεμβαίνει παράνομα στην προστατευόμενη σφαίρα του αντιδίκου του και συνεπώς δεν υπέχει ευθύνη προς αποζημίωση, εκτός αν ενεργεί με δόλο κατά τρόπο αντίθετο προς τα χρηστά ήθη. Στηριζόμενη στην ίδια παραδοχή μερίδα της ελληνικής θεωρίας υποστηρίζει ότι η αναγκαστική εκτέλεση που επισπεύδεται για κάποια ανύπαρκτη ουσιαστική αξίωση δεν μπορεί να χαρακτηρίζεται ως άδικη, εωσότου προσβληθεί με ανακοπή και ακυρωθεί με αμετάκλητη διαπλαστική απόφαση. Η προκείμενη μελέτη επιχειρεί να καταδείξει ότι δεν υφίστανται συνταγματικής, δογματικής ή δικαιοπολιτικής φύσεως λόγοι, οι οποίοι να υπαγορεύουν την υιοθέτηση τούτης της άποψης.
Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η διερεύνηση πρώτον, της έκτασης εφαρμογής των άρθρων 904 επ. ΑΚ στα «αποκτήματα» της ελεύθερης ένωσης και, δεύτερον, του ενδεχομένου θεμελίωσης της συναφούς αξίωσης των συντρόφων με την αξιοποίηση άλλων νομικών βάσεων από το οπλοστάσιο του δικαίου των συμβάσεων.
Αρχή του αδιαιρέτου της υποθηκικής ευθύνης. Περισσότερα ακίνητα επί των οποίων έχει συσταθεί προσημείωση υποθήκης προς εξασφάλιση της ίδιας απαίτησης παραμένουν υπέγγυα μέχρι την ολοσχερή εξόφλησή της. Εάν το ενυπόθηκο ακίνητο διαιρεθεί μεταγενέστερα σε περισσότερα αυτοτελή μέρη ή συσταθεί επ’ αυτού οριζόντια ιδιοκτησία, καθένα από τα μέρη ή κάθε οριζόντια ιδιοκτησία παραμένει υπέγγυο[-α] για ολόκληρη την ασφαλιζόμενη απαίτηση.
Η μελέτη πραγματεύεται την τύχη της εμπράγματης ασφάλειας (υποθήκης-ενεχύρου) στην περίπτωση που αυτή συστήθηκε προς εξασφάλιση ήδη παραγεγραμμένης απαίτησης και εν αγνοία της παραγραφής αυτής. Στο πλαίσιο αυτό διερευνάται καταρχάς η σχέση της ΑΚ 272 παρ. 2 εδ. β΄ με την ΑΚ 1320. Εν συνεχεία η μελέτη διερευνά και την τυχόν δυνατότητα του προσωπικού οφειλέτη ή του τρίτου, που παρείχαν εμπράγματη ασφάλεια εν αγνοία της παραγραφής της ασφαλιζόμενης απαίτησης, να επιτύχουν την ακύρωση της εμπράγματης δικαιοπραξίας (μονομερούς δικαιοπραξία ή σύμβασης) δια της οποίας παραχωρήθηκε η ασφάλεια, με επίκληση των διατάξεων περί πλάνης.
Αρχή της ισοτιμίας των μελών έναντι του σωματείου. Όλα τα μέλη του σωματείου έχουν κατ’ αρχήν τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες υποχρεώσεις. Με ομόφωνη απόφαση της γενικής συνέλευσης ή βάσει διάταξης του καταστατικού, αρχικού ή τροποποιηθέντος, είναι δυνατόν να απονέμονται ή να αφαιρούνται δικαιώματα από ορισμένα μέλη του σωματείου ή αντίστοιχα να επιβάλλονται ή να καταργούνται υποχρεώσεις τους.
Αντικείμενο της μελέτης είναι η ερμηνευτική προσέγγιση της νεοεισαχθείσας ρύθμισης του άρθρου 35 του ν. 4786/2021, σύμφωνα με την οποία οι ανήλικοι κληρονόμοι δικαιούνται, εντός προθεσμίας ενός έτους από την ενηλικίωσή τους, να αποποιηθούν την κληρονομία. Σχολιάζεται κριτικά η νομοθετική επιλογή, να τροποποιηθούν οι διατάξεις του ΑΚ με “ερμηνευτική” διάταξη σε αυτοτελές νομοθέτημα, και οριοθετείται το πεδίο εφαρμογής της διάταξης. Στην συνέχεια, εξετάζεται το καθεστώς της (σχολάζουσας) κληρονομίας μέχρι την πάροδο της ενιαύσιας προθεσμίας από την ενηλικίωση του κληρονόμου και η διαμόρφωση της κατάστασης μετά την προθεσμία αυτή, αναλόγως του εάν ο κληρονόμος εν τέλει αποδεχθεί ή αποποιηθεί.