Σε περίπτωση απώλειας του πρωτοτύπου της διαθήκης δεν υφίσταται δυνατότητα δημοσίευσης νομίμως επικυρωμένου αντιγράφου της ή απλής φωτοτυπίας αυτής. Αν δημοσιευθεί ανεπίτρεπτα φωτοτυπία διαθήκης, μπορεί να ζητηθεί από όποιον έχει έννομο συμφέρον η αναγνώριση της ακυρότητάς της, χωρίς τυχόν ένσταση του εναγομένου περί απώλειας του πρωτοτύπου να ασκεί επιρροή στην έκβαση της αναγνωριστικής δίκης.
Οι κληρονομικές συμβάσεις επιτρέπονται και είναι έγκυρες μόνο όταν έχουν ως αντικείμενο ειδικά στοιχεία της κληρονομίας. Άκυρες είναι, αντιθέτως, οι συμβάσεις που περιορίζουν την ελευθερία του διατιθέναι, όπως αυτές που αποσκοπούν στην μεταβολή του νόμιμου τρόπου επαγωγής της κληρονομίας.
Στην μελέτη παρουσιάζεται συνολικά η ρύθμιση της αναγκαστικής κληρονομικής διαδοχής στο σύμφωνο συμβίωσης, με έμφαση ιδίως στη δυνατότητα παραίτησης από τη νόμιμη μοίρα και επιχειρείται η αντιμετώπιση των ερμηνευτικών ζητημάτων που γεννά η ιδιαιτέρως λιτή και αφαιρετική διατύπωση του άρθρου 8 του ν. 4356/2015.
Ενώ το οικογενειακό δίκαιο έχει τύχει τα τελευταία χρόνια επανειλημμένων αναθεωρήσεων και τροποποιήσεων, δεν συμβαίνει το ίδιο με το κληρονομικό δίκαιο. Ωστόσο οι κοινωνικές, δημογραφικές και άλλες μεταβολές που έχουν επέλθει τις τελευταίες δεκαετίες στον κόσμο γενικά και στη χώρα μας ειδικότερα, έχουν καταστήσει μερικές από τις ρυθμίσεις αυτές παρωχημένες. Οι παραπάνω διαπιστώσεις οδηγούν στο πόρισμα ότι επιτακτική προβάλλει η ανάγκη ν’ αρχίσει ένας διάλογος στο πλαίσιο της ελληνικής νομικής επιστήμης με αντικείμενο τον εκσυγχρονισμό του κληρονομικού μας δικαίου.
Παραίτηση κατιόντος (συγ)κληρονόμου από το δικαίωμα της συνεισφοράς. Η εν λόγω παραίτηση δεν αποτελεί αποποίηση της κληρονομίας υπό την έννοια του άρθρου 1847 ΑΚ ή εκποίηση αυτής ή άλλη απαλλοτριωτική δικαιοπραξία· συνιστά μόνο παραίτηση από την δυνατότητα επίκλησης της αξίωσης για συνεισφορά.
Σε περίπτωση θανάτου του μισθωτή ακινήτου που χρησιμοποιείται ως οικογενειακή στέγη ο τυχόν επιζών σύζυγος υπεισέρχεται αυτοδικαίως στην μίσθωση, έστω και αν δεν είναι κληρονόμος του μισθωτή. Η ως άνω υπεισέλευση αποτελεί ειδική διαδοχή εκ του νόμου και δεν συντελείται στο πλαίσιο κληρονομικής διαδοχής. Γνωστοποίηση στον εκμισθωτή ότι το μίσθιο χρησιμοποιείται ως οικογενειακή στέγη δεν απαιτείται· αρκεί οι σύζυγοι να συμβιούσαν στην ίδια κατοικία.
Ο συμβολαιογράφος υποχρεούται αφενός να αναγνώσει την δημόσια διαθήκη στον διαθέτη και τα πρόσωπα που συμπράττουν κατά την σύνταξή της και αφετέρου να περιλάβει σχετική βεβαίωση στο σώμα της διαθήκης. Η εν λόγω βεβαίωση δεν απαιτείται να γίνει με τρόπο πανηγυρικό ή με επανάληψη των λέξεων του νόμου, αλλ’ αρκεί να συνάγεται από το κείμενο της διαθήκης ότι τηρήθηκε η ως άνω διατύπωση. Οι διατάξεις των άρθρων 1718, 1719, 1720 και 1724 έως 1737 ΑΚ κατισχύουν ως ειδικές των συναφών διατάξεων του Κώδικα Συμβολαιογράφων.
Η βούληση του διαθέτη σχετικά με το πρόσωπο του βεβαρημένου με την υποκληροδοσία δεν μπορεί να αλλοιωθεί με σύμβαση μεταξύ του βεβαρημένου και τρίτου μετά την επαγωγή. Η υπόσχεση τρίτου προς τον βεβαρημένο-οφειλέτη, ότι θα καταβάλει αυτός το χρέος του στον τετιμημένο-δανειστή αποτελεί σύμβαση ελευθέρωσης (ΑΚ 478), η οποία ως τέτοια δεν απαλλάσσει τον οφειλέτη, εκτός εάν συναφθεί μεταξύ του δανειστή και του τρίτου σύμβαση στερητικής αναδοχής χρέους.