Μεταβίβαση σε τρίτους του συνόλου –πλην ενός καταστήματος– των συστατικών ορισμένης οικοδομής, δηλαδή των διαμερισμάτων και καταστημάτων που την απαρτίζουν, δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων σύστασης οροφοκτησίας και αγοραπωλησίας. Στην περίπτωση αυτή το εναπομείναν κατάστημα δεν υπάγεται αυτόματα στο καθεστώς της οριζόντιας ιδιοκτησίας και συνεπώς δεν καθίσταται αυτοτελής ιδιοκτησία δεκτική χρησικτησίας.
Αναστολή έως 31.12.2013 των πλειστηριασμών της πρώτης κατοικίας. Η αναστολή δεν εξαρτάται από την υποβολή αίτησης υπαγωγής στις διατάξεις του Ν. 3968/2010 ή αίτησης πτώχευσης, ισχύει δε ανεξάρτητα από το ποσό της οφειλής, την ιδιότητα του οφειλέτη, την ιδιότητα του δανειστή και τη διαπίστωση αδυναμίας πληρωμής. Η παράταση της αναστολής έως 31.12.2013 δεν αντιβαίνει στο Σύνταγμα ή την ΕΣΔΑ.
Οι διατάξεις του ΓΟΚ σχετικά με το νόμιμο ανώτατο ύψος των ανεγειρόμενων οικοδομών έχουν θεσπισθεί και για την προστασία του ατομικού συμφέροντος των ιδιοκτητών των παρακείμενων ακινήτων. Σε περίπτωση υπέρβασης του ως άνω νόμιμου ορίου ο ιδιοκτήτης του πληττόμενου γειτονικού ακινήτου έχει αξίωση αποζημίωσης για τη μείωση της αξίας του ακινήτου του, καθώς και αξιώσεις λόγω προσβολής του δικαιώματός του στην προσωπικότητα.
Οι διεθνείς πράξεις, με τις οποίες ιδρύθηκε το Ελληνικό Κράτος και αναγνωρίσθηκε η ανεξαρτησία του, δεν περιέλαβαν και διατάξεις για τα εμπράγματα δικαιώματα που είχαν αποκτήσει Έλληνες ιδιώτες επί των τέως Οθωμανικών γαιών (Δημόσια Κτήματα). Η αντιμετώπιση του θέματος αυτού αφέθηκε στον Έλληνα νομοθέτη, του οποίου όμως οι σχετικές ρυθμίσεις υπήρξαν όμως αποσπασματικές, και τη νομολογία των δικαστηρίων μας, η οποία απεδείχθη –ειδικά στο θέμα αυτό– ασταθής και ιστορικά ανακόλουθη. Συνέπεια της κατάστασης αυτής είναι η μεγάλη αύξηση των διενέξεων –ιδίως πλαίσιο κατάρτισης του Εθνικού Κτηματολογίου– μεταξύ Δημοσίου και Ιδιωτών.
Εθνική ρύθμιση η οποία καταφάσκει τον καταχρηστικό χαρακτήρα ΓΟΣ όταν εξαιτίας αυτού δημιουργείται εις βάρος του καταναλωτή σημαντική ανισορροπία μεταξύ των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των μερών, χωρίς όμως η καταχρηστικότητα να συναρτάται ρητά με την επιταγή της «καλής πίστης» κατά την έννοια του άρθρου 3 παρ. 1 της Οδηγίας 93/13, δεν αντιτίθεται στην εν λόγω Οδηγία.
Το αμάχητο τεκμήριο των οριστικοποιημένων αρχικών κτηματολογικών εγγραφών αποτελεί αντικείμενο έντονης επιστημονικής αντιπαράθεσης. Ιδίως αμφισβητείται το κατά πόσον πρόκειται για περίπτωση ειδικώς θεσπιζόμενου πρωτότυπου τρόπου κτήσης. Στη μελέτη επιχειρείται να καταδειχθεί γιατί η γνώμη περί πρωτότυπου τρόπου κτήσης προσκρούει σε αξεπέραστα συνταγματικά, συστηματικά και τελολογικά εμπόδια και ποία είναι τελικώς η δημιουργούμενη από την οριστικοποίηση των αρχικών εγγραφών νομική κατάσταση περί τα εγγραπτέα δικαιώματα.
Με την παρούσα μελέτη προσεγγίζεται το ζήτημα των προσωπικών δεδομένων ως ανταλλακτικών μέσων στο πλαίσιο της σύγχρονης ψηφιακής αγοράς υπό το πρίσμα της Οδηγίας 2019/770/ΕΕ και του ν. 4967/2022. Στόχος της μελέτης είναι η παρουσίαση των νομικών προκλήσεων που συνοδεύουν τη χρήση των προσωπικών δεδομένων ως ανταλλάγματος, καθώς και η κατά το δυνατόν πρόταση λύσεων για την αντιμετώπισή τους.