Άρειος Πάγος 254/2021 (Ποιν.)

Προσωπικά δεδομένα – Βιντεοληπτικό υλικό. Αποδεικτική αξιοποίηση. Στάθμιση δικαιωμάτων

Δεν μπορεί να ληφθεί υπόψιν από το δικαστήριο για την κήρυξη της ενοχής ή την επιβολή ποινής ή την λήψη μέτρων καταναγκασμού αποδεικτικό μέσο που έχει αποκτηθεί με τέτοιες πράξεις, η δε χρησιμοποίηση στην ποινική δίκη απαγορευμένου αποδεικτικού μέσου προσβάλλει το δικαίωμα υπεράσπισης του κατηγορουμένου και δημιουργεί απόλυτη ακυρότητα. Ποια συνταγματικά δικαιώματα επέλεξε ο νομοθέτης να αναγάγει σε απολύτως απαραβίαστα. Με το άρ. 9 Συντ. προστατεύεται το οικιακό άσυλο και ο ιδιωτικός-οικογενειακός βίος. Ο ιδιωτικός βίος κινδυνεύει από πράξεις παρακολούθησης όχι μόνον από τα κρατικά όργανα, αλλά και από ιδιώτες. Το άτομο δικαιούται πλέον να ελέγχει και να καθορίζει τον τρόπο συλλογής και επεξεργασίας των πληροφοριών που το αφορούν με την εγγύηση και συνδρομή της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα. Έννοια “δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα” και “υποκειμένου” των τελευταίων. Έννοια “επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων”. Τα δικαιώματα της ιδιωτικής ζωής και της προστασίας των προσωπικών δεδομένων δεν είναι απόλυτα, αλλά μπορούν να περιορισθούν, αν συντρέχουν σοβαροί λόγοι δημόσιου συμφέροντος και αν η άσκησή τους προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων, με σεβασμό στην αρχή της αναλογικότητας. Πότε είναι νόμιμοι οι περιορισμοί των ατομικών δικαιωμάτων. Τα ατομικά δικαιώματα δεν προστατεύονται μόνον έναντι της πολιτείας και των οργάνων της αλλά και έναντι ιδιωτών («τριτενέργεια»). Η συλλογή και επεξεργασία προσωπικών δεδομένων πρέπει να γίνεται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε η επέμβαση στην προσωπική ζωή του ατόμου να περιορίζεται στον μικρότερο δυνατό βαθμό. Για να είναι νόμιμη η εν λόγω επεξεργασία θα πρέπει να διενεργείται για τον σκοπό στην θεραπεία του οποίου αποσκοπεί και όχι για άλλο σκοπό. Η προστασία των προσωπικών δεδομένων δεν εξικνείται μέχρι της πλήρους απαγορεύσεως της επεξεργασίας τους, αλλά θεσπίζονται όροι και προϋποθέσεις υπό τις οποίες είναι επιτρεπτή, ούτως ώστε να επιτυγχάνεται δίκαιη ισορροπία μεταξύ της προστασίας του επίμαχου δικαιώματος και της ικανοποίησης και άλλων συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων και συνταγματικών αρχών, όπως είναι το δικαίωμα της έννομης προστασίας και οι αρχές της εύρυθμης λειτουργίας του κράτους και της χρηστής απονομής της δικαιοσύνης. Τέτοια περίπτωση συνδρομής υπέρτερου εννόμου συμφέροντος συνιστά, ιδίως, η περίπτωση κατά την οποία τα στοιχεία που ζητούνται είναι αναγκαία για την αναγνώριση, την άσκηση ή την υπεράσπιση δικαιώματος ενώπιον δικαστηρίου. Πότε είναι θεμιτή η χρήση ενώπιον δικαστηρίου προσωπικών δεδομένων που έχουν συλλεγεί χωρίς προηγούμενη συναίνεση του ενδιαφερομένου. Είναι δυνατόν να προσαχθούν και να αναγνωσθούν ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου έγγραφα που άπτονται των προσωπικών ή και ευαίσθητων δεδομένων, προκειμένου να αναζητηθεί και να ευρεθεί η ουσιαστική αλήθεια της υπόθεσης. Δεν στοιχειοθετείται το προβλεπόμενο στο άρ. 22 παρ. 4 Ν. 2472/1997 αδίκημα, όταν ο φερόμενος ως δράστης δεν ερεύνησε ο ίδιος κάποιο αρχείο ή όταν τρίτος που επενέβη σε αρχείο δεν μετέδωσε σε αυτόν τις αποτελούσες προσωπικά δεδομένα πληροφορίες, αλλά ο δράστης τις γνωρίζει από μόνος του. Άνευ απολύτου ακυρότητος καταδικάσθηκε ο κατηγορούμενος για εμπρησμό κατ’ εξακολούθησιν (σε απόπειρα και τετελεσμένη μορφή), από τον οποίο μπορούσε να προκύψει κοινός κίνδυνος σε ξένα πράγματα, και διακεκριμένη φθορά κατ’ εξακολούθησιν, διότι νομίμως ελήφθη υπόψιν βιντεοληπτικό υλικό από κλειστό κύκλωμα καταγραφής σκηνών ιδιωτικού χώρου στάθμευσης αυτοκινήτων, αφού αφενός μεν το παραβιασθέν συνταγματικό δικαίωμα του αναιρεσείοντος στα προσωπικά του δεδομένα δεν άπτεται αμέσως του σκληρού πυρήνα της προσωπικής του σφαίρας, οπότε θα απαιτείτο η συναίνεσή του, δεδομένου ότι οι κάμερες κλειστού κυκλώματος κατέγραψαν τις κινήσεις του σε δημόσιο χώρο και όχι στην οικία του ή σε ιδιωτικό προσωπικό του χώρο, αφετέρου δε τούτο επιβάλλεται και από την τήρηση της αρχής της αναλογικότητας, ενόψει του ότι τα πληγέντα από τις υπό κρίση πράξεις του δράστη αγαθά κρίνονται σαφώς υπέρτερα εκείνου της προστασίας των προσωπικών του δεδομένων, αφού επρόκειτο για το μοναδικό αποδεικτικό μέσο στο οποίο θα μπορούσε να βασιστεί η καταγγελία του θύματος.

Δείτε περισσότερα εδώ.