ΔιατΕισΕφΠατρ 24/2017

Αθροιστική έκτιση ποινών (άρ. 108 ΠΚ)

Η ποινή στην οποία αναφέρεται η άρση τής υπό τον όρο της ανάκλησης χορηγουμένης απολύσεως και η επακολουθούσα αθροιστική έκτιση (κατ’ άρ. 108 ΠΚ) της νέας ποινής με το υπόλοιπο της προηγουμένης εφαρμόζεται σε όλες τις περιπτώσεις όπου συντρέχουν οι απαιτούμενες από τον νόμο προϋποθέσεις, ακόμη κι αν η άρση συμπέσει με τον παράλληλο θεσμό της ανάκλησης της αναστολής. Η αθροιστική εκτέλεση αφορά στην νέα ποινή και στο υπόλοιπο της προηγουμένης, όχι όμως στο τμήμα της προηγούμενης ποινής το οποίο έχει ήδη εκτίσει ο καταδικασθείς μέχρι την υφ’ όρον απόλυσή του. Η απαγόρευση του καθορισμού συνολικής ποινής μεταξύ της νέας ποινής και της προηγουμένης (ήτοι, η αθροιστική έκτιση της νέας ποινής με την ποινή που έχει ανασταλεί ή του υπολοίπου της ποινής για την οποία χορηγήθηκε υφ’ όρον απόλυση, σε περίπτωση άρσεως της αναστολής ή της υφ’ όρον απόλυσης, αντιστοίχως), εφαρμόζεται και πριν ακόμη καταστεί αμετάκλητη η καταδικαστική απόφαση με την οποία επιβλήθηκε η νέα ποινή. Επί επιβολής νέας ποινής για αδίκημα που διαπράχθηκε κατά τον χρόνο της δοκιμασίας εκτίεται πρώτα ολόκληρο το ανασταλέν υπόλοιπο της προηγούμενης ποινής και ακολούθως η νέα ποινή που επιβλήθηκε για το τελευταίο αυτό έγκλημα. Δεν παραβιάσθηκαν οι ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρ. 107 επ. ΠΚ από την συγχώνευση της επιβληθείσας ποινής φυλάκισης πέντε μηνών για το διαπραχθέν κατά τον χρόνο της δοκιμασίας του υφ’ όρον απολυθέντος έγκλημα της κλοπής, και ολόκληρου του ανασταλέντος υπολοίπου της προηγούμενης ποινής για την οποία είχε χορηγηθεί η υφ’ όρον απόλυση, διότι για την εφαρμογή του άρ. 108 ΠΚ απαιτείται ο υφ’ όρον απολυθείς να καταδικασθεί σε ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός έτους, ως εκ τούτου δε δεν συντρέχει ο αναιρετικός λόγος του άρ. 510 παρ. 1 περ. Ε΄ ΚΠΔ.

Δείτε περισσότερα εδώ.