Η κατάχρηση του θεσμού της νομικής προσωπικότητας, επαγόμενη τη δημιουργία παθητικής εις ολόκληρον ενοχής μεταξύ εμφανούς νομικού προσώπου και αφανούς τρίτου, διασπά τον κανόνα της „inter partes“ ισχύος της διαιτητικής συμφωνίας και δικαιολογεί την επέκταση αυτής, ώστε να καταλαμβάνει και τον τρίτο. Το ότι ο τελευταίος δεν συμμετείχε στη συγκρότηση του διαιτητικού δικαστηρίου, δεν συνιστά παράβαση της αρχής της ισότητας και του προς ακρόαση δικαιώματος, καθώς η πλήρωση του πραγματικού της κατάχρησης της νομικής προσωπικότητας έχει ως συνέπεια, ότι η επιλογή διαιτητή εκ μέρους του νομικού προσώπου «καταλογίζεται» στον υποκρυπτόμενο τρίτο. Εξάλλου, το άρθρο 23 ΙΙ του ν. 2735/1999 επιτρέπει καταρχήν τόσο τη μεταβολή του αντικειμένου της διαιτητικής δίκης όσο και την υποκειμενική διεύρυνση της διαιτητικής διαδικασίας, και επομένως η άσκηση παρεμπίπτουσας αγωγής κατά του τρίτου είναι παραδεκτή. Τέλος, δεδομένης της απαγόρευσης της λεγόμενης „révision au fond“, το επιλαμβανόμενο της αγωγής προς ακύρωση διαιτητικής απόφασης πολιτειακό δικαστήριο στερείται της εξουσίας ελέγχου των πραγματικών παραδοχών και αποδεικτικών πορισμάτων του διαιτητικού δικαστηρίου.
Δείτε περισσότερα εδώ.