ΤρΠλημΦλωρ 396/2017

Απόρρητο επιστολών, ελεύθερη ανταπόκριση και επικοινωνία και προστασία ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων. Φωτογράφιση μηνυμάτων που αποτυπώνονται στην οθόνη κινητού τηλεφώνου.

Η προστασία του απορρήτου των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης και επικοινωνίας κατοχυρώνεται συνταγματικά όχι μόνον έναντι των δημοσίων οργάνων και επιχειρήσεων αλλά και έναντι των ιδιωτών. Στην έννοια του απορρήτου εμπίπτει κατ’ αρχήν το περιεχόμενο της επικοινωνίας. Αντικείμενο της συνταγματικής προστασίας δεν είναι το μήνυμα καθεαυτό αλλά το απόρρητο του μηνύματος, η προστασία δε αφορά οποιαδήποτε μορφή ιδιωτικής επικοινωνίας, ανεξαρτήτως του χώρου στον οποίο πραγματοποιείται. Κατά την κρατούσα και ορθότερη άποψη η συνταγματική προστασία του απορρήτου περιορίζεται χρονικά στο στάδιο πραγματοποίησης της επικοινωνίας, ενώ από το χρονικό σημείο λήξης αυτής το μήνυμα και τα εξωτερικά στοιχεία μπορεί να εμπίπτουν στην συνταγματική προστασία της ιδιωτικής ζωής και των προσωπικών δεδομένων· συνεπώς, μετά την ολοκλήρωση της επικοινωνίας, τυχόν ηλεκτρονικά μηνύματα που διατηρεί ο αποστολέας ή ο παραλήπτης τους σε εκτυπωμένη μορφή ή στον υπολογιστή του, για την πρόσβαση στον οποίο δεν απαιτείται χρήση κωδικού πρόσβασης, δεν εμπίπτουν στο προστατευτικό πεδίο του άρ. 19 παρ. 1 Συντ. αλλά σε εκείνο των άρ. 9 και 9Α. Το προϊόν τηλεφωνικής υποκλοπής που έχει αποτυπωθεί σε μαγνητοταινία εμπίπτει στην απαγόρευση του άρ. 19 παρ. 1 Συντ., διότι η εν λόγω αποτύπωση δεν μπορεί παρά να έγινε κατά την διάρκεια της επικοινωνίας. Τα δικαιώματα προστασίας της ιδιωτικής ζωής και των προσωπικών δεδομένων δεν είναι απόλυτα. Τυχόν περιορισμός τους πρέπει να προβλέπεται από τον νόμο απροσώπως και να είναι σύμφωνος με την αρχή της αναλογικότητας. Η συλλογή και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των εργαζομένων επιτρέπεται μόνον εφόσον γίνεται για την εξυπηρέτηση σκοπών που συνδέονται αμέσως με την σχέση απασχόλησης και την οργάνωση της εργασίας· περιορισμοί σε σχέση με την συλλογή και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των εργαζομένων. Κηρύσσεται αθώα η κατηγορουμένη, η οποία, έχοντας πρόσβαση στο κινητό τηλέφωνο του πολιτικώς ενάγοντος συζύγου της, προέβη στην φωτογράφιση της οθόνης του, όπου απεικονίζονταν μηνύματα και κλήσεις του τελευταίου με τρίτο πρόσωπο με το οποίο είχε συνάψει εξωσυζυγική σχέση, για το έγκλημα της προσβολής ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων (άρ. 22 παρ. 4 του Ν. 2472/1997), αφού τα μηνύματα αφορούσαν την ερωτική ζωή του πολιτικώς ενάγοντος, κατ’ επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας από παραβίαση του απορρήτου της επικοινωνίας (άρ. 370 και 370Α ΠΚ), δεδομένου ότι το απόρρητο προστατεύεται μόνο κατά το στάδιο της επικοινωνίας, λόγω άρσης του καταλογισμού της κατ’ άρ. 32 ΠΚ, διότι η προκληθείσα στον πολιτικώς ενάγοντα βλάβη είναι κατά το είδος και την σπουδαιότητά της ανάλογη με την απειληθείσα βλάβη του εννόμου αγαθού που κατοχυρώνεται στο άρ. 21 παρ. 1 Συντ., ενώ πρέπει να συνεκτιμηθεί ότι ο ίδιος ο πολιτικώς ενάγων δεν προσπαθεί να διαφυλάξει τον ιδιωτικό του βίο, απορρίπτεται δε ο ισχυρισμός της κατηγορουμένης περί άρσεως του αδίκου χαρακτήρα της πράξης της κατ’ άρ. 25 ΠΚ, καθόσον το ανωτέρω εκ του άρ. 21 παρ. 1 Συντ. έννομο αγαθό, την προστασία του οποίου επικαλείται ότι επιδίωξε η κατηγορουμένη, δεν είναι καταφανώς υπέρτερο σε σχέση με το προστατευόμενο στο άρ. 9Α Συντ. έννομο αγαθό.

Δείτε περισσότερα εδώ.