Άρειος Πάγος 1281/2022 (Ποιν.)

Απόλυτη ακυρότητα και υπέρβαση εξουσίας. Παραβίαση της αρχής της απαγόρευσης χειροτέρευσης της θέσης του κατηγορουμένου και του τεκμηρίου αθωότητας.

Έννοια της “αρχής της μη χειροτερεύσεως της θέσεως του κατηγορουμένου” (non reformatio in pejus). Πότε υπάρχει “πραγματική” και πότε “νομική” χειροτέρευση. Η παράβαση της ανωτέρω απαγόρευσης συνεπάγεται υπέρβαση εξουσίας. Έννοια “θετικής” και “αρνητικής” υπερβάσεως εξουσίας. Επί αναιρέσεως κατά καταδικαστικής αποφάσεως που ασκήθηκε από τον καταδικασθέντα ή προς όφελός του επέρχεται υπέρβαση εξουσίας, εφόσον η θέση του χειροτερεύσει αμέσως ή εμμέσως, όπως όταν εξετάζεται από το κατ’ άρ. 524 ΚΠΔ δικαστήριο της παραπομπής, χωρίς δικαιοδοσία, κεφάλαιο της απόφασης που δεν παραπέμφθηκε και παράλληλα ο κατηγορούμενος υφίσταται δυσμενέστερη μεταχείριση. Απόρροια του τεκμηρίου αθωότητας είναι η “αρχή της επιείκειας” προς τον κατηγορούμενο, σύμφωνα με την οποία εν αμφιβολία επιβάλλεται να υπάρχει απόφαση υπέρ του κατηγορουμένου (in dubio pro reo). Η παραβίαση του εν λόγω τεκμηρίου επάγεται, εκτός από την αναίρεση της απόφασης για άλλο λόγο, και απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο. Αναιρείται λόγω υπερβάσεως εξουσίας και λόγω απολύτου ακυρότητος η προσβαλλόμενη καταδικαστική απόφαση, διότι ο κατηγορούμενος καταδικάσθηκε από το δικαστήριο της παραπομπής για πράξεις παράνομης διακίνησης ναρκωτικών επιπλέον εκείνων για τις οποίες είχε ήδη καταδικασθεί αμετακλήτως από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο και, με τον τρόπο αυτό, αφενός μεν επήλθε νομική χειροτέρευση της θέσης του, αφετέρου δε επλήγη ευθέως το τεκμήριο αθωότητάς του, καθόσον του αποδόθηκαν πράξεις για τις οποίες δεν άσκησε τα υπερασπιστικά του δικαιώματα.

Δείτε περισσότερα εδώ.