Η μελέτη, συνδυάζοντας τα επίπεδα του δικαιικού “δέοντος” και του δικαιικού “όντος”, αναδεικνύει όχι μόνο την ταυτότητα της αρχής της αναδρομικής εφαρμογής του ευμενέστερου νόμου στον νέο Ποινικό Κώδικα αλλά και τη νομολογιακή της πρόσληψη. Ειδικότερα, οι αναπτύξεις της αφορούν τέσσερις θεματικούς άξονες: τον δικαιολογητικό λόγο αναγνώρισης της αρχής, τη θεσμική της κατοχύρωση, τις διαφοροποιήσεις στη διατύπωσή της στο άρθρο 2 ΠΚ και τη σημασία τους, συνδυασμένες με τη νομολογιακή τους εφαρμογή. Παράλληλα, στο κείμενο αναπτύσσεται ένας κριτικός διάλογος με νομοθετικές και νομολογιακές επιλογές που συνδέονται με τις προβλέψεις του άρθρου 2 ΠΚ, στο πλαίσιο μιας προσπάθειας συμβολής στον επιβεβλημένο από το Σύνταγμα σεβασμό του κράτους δικαίου.
Δείτε περισσότερα εδώ.