Πλαστογραφία και παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα
Η χρήση του πλαστού εγγράφου όταν τελείται από τον αυτουργό της πλαστογραφίας συνιστά επιβαρυντική περίπτωση, η οποία λαμβάνεται υπόψιν κατά την επιμέτρηση της ποινής με επαύξηση του ελάχιστου ορίου αυτής. Το έγκλημα του άρ. 22 παρ. 4 του Ν. 2472/1997 είναι υπαλλακτικώς μικτό. Ο όρος “χωρίς δικαίωμα” που αποτελεί στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης του εν λόγω εγκλήματος πληρούται όταν τελείται η περιγραφόμενη πράξη με παραβίαση των προϋποθέσεων που τίθενται στον νόμο. Η χωρίς δικαίωμα λήψη γνώσης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και η πλαστογραφία συρρέουν αληθώς, αφού προσβάλλουν διαφορετικά έννομα αγαθά, το μεν την ιδιωτική ζωή, το δε την ασφάλεια και ακεραιότητα των εγγράφων συναλλαγών. Κηρύσσεται ένοχος για τις πράξεις της χωρίς δικαίωμα λήψεως γνώσης μη ευαίσθητων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, χωρίς το υποκείμενο των δεδομένων να έχει δώσει την συγκατάθεσή του γι’ αυτήν, και της πλαστογραφίας ο κατηγορούμενος, ο οποίος κατήρτισε στο όνομά του με την βοήθεια ηλεκτρονικού υπολογιστή πλαστή πράξη διοικητικού προσδιορισμού προστίμου και αντίστοιχο εκκαθαριστικό του οικονομικού έτους 2014 με βάση γνήσιο αντίστοιχο της τότε συντρόφου του και εγκαλούσας, πράξη που προϋποθέτει την ταυτόχρονη χωρίς δικαίωμα λήψη γνώσης των μη ευαίσθητων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα της τελευταίας.
Δείτε περισσότερα εδώ.