Άρση κατασχέσεως σκάφους. Αρχή της αναλογικότητας.
Όπως ορίζεται στα άρ. 458-459 ΚΠΔ και στην ευρωπαϊκή σύμβαση περί αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής επί ποινικών υποθέσεων, αιτήσεις αλλοδαπών δικαστικών αρχών για την διενέργεια ανακριτικής πράξης (όπως της κατάσχεσης) εκ μέρους των ελληνικών αρχών εκτελούνται με παραγγελία του αρμόδιου εισαγγελέα εφετών από τον κατά τόπο αρμόδιο ανακριτή, σύμφωνα με την νομοθεσία του κράτους εκτέλεσης της πράξης. Αρμόδιο για την άρση της ήδη επιβληθείσης κατάσχεσης είναι το συμβούλιο πλημμελειοδικών στο οποίο εκκρεμεί η υπόθεση. Η αρχή της αναλογικότητας δεσμεύει τον ανακριτή σε κάθε στάδιο διενέργειας οποιασδήποτε ανακριτικής πράξης, τόσο υπό το καθεστώς του νΚΠΔ, στον οποίο προβλέπεται ρητώς (άρ. 251 παρ. 2 ΚΠΔ), όσο και υπό το προϊσχύσαν αυτού καθεστώς, αφού κατοχυρώνεται στο υπέρτερης τυπική ισχύος άρ. 25 Συντ. Γίνεται δεκτή η αίτηση του πρώτου αιτούντος προς άρση της κατάσχεσης που είχε επιβληθεί σε σκάφος ιδιοκτησίας του, διότι εκτιμήθηκε ότι η βλάβη που θα υφίστατο από την διατήρηση της κατάσχεσης δεν θα ήταν πρόσφορη, αναγκαία και αναλογική, αφού μετά την πάροδο ικανού χρονικού διαστήματος δεν είχε εκδοθεί δικαστική απόφαση των ρουμανικών δικαστηρίων που να ορίζει την τύχη της κατάσχεσης, αλλά και η συντήρηση του σκάφους κατέστη στο μεταξύ αδύνατη, με αποτέλεσμα η αξία του να μειωθεί σε μεγάλο ποσοστό. Η αίτηση της δεύτερης αιτούσας απορρίπτεται, διότι δεν προκύπτει ότι η τελευταία είναι συνιδιοκτήτρια του σκάφους και, άρα, δεν νομιμοποιείται να υποβάλει τέτοια αίτηση. Διατάσσεται η απόδοση του σκάφους στον πρώτο εκ των αιτούντων.
Δείτε περισσότερα εδώ.