ΣυμβΕφΑθ 319/2017

Υπεξαίρεση αντικειμένου ιδιαίτερα μεγάλης αξίας από ασφαλιστικό πράκτορα κατ’ εξακολούθησιν

Ως “ιδιοποίηση” νοείται κάθε πράξη κατ’ αντικειμενική κρίση εκδηλωτική της προθέσεως εκ μέρους του κατέχοντος το πράγμα να το ενσωματώσει στην δική του περιουσία, μη αρκούσης απλώς της προθέσεως ιδιοποίησης. Διαχειριστής ξένης περιουσίας, κατά την έννοια του άρ. 375 παρ. 2 εδ. α΄ ΠΚ, είναι όποιος ενεργεί όχι απλώς υλικές, αλλά και νομικές πράξεις, έχοντας τόσο εξουσία αντιπροσωπεύσεως του εντολέως, είτε από τον νόμο είτε από σύμβαση, χωρίς να αποκλείεται αυτή να προέρχεται από την δημιουργία μιας πραγματικής κατάστασης, όσο και δυνατότητα ανάπτυξης πρωτοβουλίας και λήψης αποφάσεως με ίδιο κίνδυνο και ευθύνη αυτού. Ο ασφαλιστικός πράκτορας, ο οποίος ανέλαβε έναντι προμήθειας να μεσολαβεί στην σύναψη ασφαλιστικών συμβάσεων μεταξύ τρίτων και της ασφαλιστικής εταιρείας και να εισπράττει για λογαριασμό της τελευταίας τα ασφάλιστρα, ενεργεί πράξεις διαχείρισης της περιουσίας της ασφαλιστικής εταιρείας, με εξουσία αντιπροσώπευσης αυτής, καθίσταται δε εντολοδόχος και διαχειριστής ξένης περιουσίας. Απορρίπτεται η έφεση του κατηγορουμένου, ο οποίος φέρεται να διέπραξε, ως ασφαλιστικός πράκτορας, κακουργηματική υπεξαίρεση κατ’ εξακολούθησιν (κατ’ άρ. 375 παρ. 2, 98 ΠΚ) εις βάρος της αντισυμβαλλόμενης ασφαλιστικής εταιρείας, ιδιοποιούμενος επί μακρόν ασφάλιστρα συνολικού ποσού 206.483,48 ευρώ που όφειλε να αποδώσει στην εταιρεία, καθόσον στο προσβαλλόμενο παραπεμπτικό βούλευμα αφενός μεν αιτιολογούνται με πληρότητα και σαφήνεια, άνευ απολύτου ακυρότητος, για ποιον λόγο ο κατηγορούμενος θεωρείται εντολοδόχος και διαχειριστής ξένης περιουσίας κατ’ άρ. 375 παρ. 2 ΠΚ και 713 ΑΚ, αφετέρου δε οι ως άνω διατάξεις ερμηνεύονται ορθώς και προσδιορίζεται επιτυχώς η νομική φύση της συμβάσεως μεταξύ του ασφαλιστικού πράκτορα και της ασφαλιστικής επιχείρησης.

Δείτε περισσότερα εδώ.