ΕγκΕισΑΠ 2/2021

Σύλληψη και κράτηση δικηγόρου επί αυτοφώρου πλημμελήματος

Κατά την γραμματική ερμηνεία των άρ. 275 παρ. 1, 279 παρ. 1, 417 και 418 παρ. 1 νΚΠΔ συνάγεται ότι δεν έχει θεσπισθεί ιδιαίτερη μεταχείριση για τα πρόσωπα ιδιάζουσας δωσιδικίας (άρ. 111 στοιχ. Α αριθμ. 6 νΚΠΔ) αναφορικά με την σύλληψή τους για αυτόφωρο πλημμέλημα και την προσαγωγή τους ενώπιον του αρμόδιου Εισαγγελέως Πρωτοδικών. Το ίδιο συμπέρασμα προκύπτει και από την διάταξη του άρ. 39 παρ. 3 του Ν. 4194/2013 ως προς τους δικηγόρους. Ως προς τους τελευταίους, όμως, δεν ακολουθείται η αυτόφωρη διαδικασία των άρ. 418 επ. ΚΠΔ ούτε επιτρέπεται η κράτησή τους μετά την σύλληψη, αλλά επιβάλλεται η άμεση προσαγωγή τους στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών σύμφωνα με την ως άνω ρύθμιση του Ν. 4194/2013. Ο νέος ΚΠΔ, ως μεταγενέστερος γενικός νόμος, δεν έχει καταργήσει την προγενέστερη ειδική διάταξη του άρ. 39 παρ. 3 του Ν. 4194/2013. Η κατ’ άρ. 279 παρ. 1 εδ. γ΄ ΚΠΔ δυνατότητα του Εισαγγελέως, μόλις ειδοποιηθεί από τον αρμόδιο ανακριτικό υπάλληλο, να δώσει εντολή να αφεθεί ελεύθερος ο προσαχθείς δράστης αυτόφωρου πλημμελήματος πρέπει να αξιοποιηθεί, όταν ο συλληφθείς έχει την δικηγορική ιδιότητα. Λόγοι που επιβάλλουν την εφαρμογή του άρ. 279 παρ. 1 εδ. γ΄ ΚΠΔ σύμφωνα με το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ. Ανάλογη δικονομική μεταχείριση πρέπει να έχουν και τα λοιπά πρόσωπα ιδιάζουσας δωσιδικίας (δικαστές και εισαγγελείς). Υφίσταται υποχρέωση των Διευθυνόντων τις Εισαγγελίες Εφετών να εποπτεύουν την τήρηση της ως άνω εγκυκλίου. Οι Διευθύνοντες τις Εισαγγελίες Πρωτοδικών παρακαλούνται να απευθύνουν ανάλογες γενικές οδηγίες προς τους ανακριτικούς υπαλλήλους της περιφέρειάς τους, ενεργώντας κατά το άρ. 24 παρ. 5 στοιχ. β΄ ΚΟΔΚΔΛ.

Δείτε περισσότερα εδώ.