Καταδίκη για απάτη και εκβίαση. Ζητήματα αιτιολογίας.
Μεταξύ εκβίασης και απάτης υπάρχει, κατά κανόνα, σχέση αμοιβαίου αποκλεισμού και όχι αληθινής ή φαινομένης συρροής, γιατί η περιουσιακή μετακίνηση στην μεν απάτη επέρχεται με εξαπάτηση, στην δε εκβίαση με εξαναγκασμό· υπό όρους, είναι δυνατόν η απάτη και η εκβίαση να συρρέουν αληθώς κατ’ ιδέαν, όταν η επέλευση της περιουσιακής βλάβης στο πρόσωπο του παθόντος θεμελιώνεται στην σύγχρονη παράλληλη συμβολή της απειλής ή της βίας και στις ψευδείς παραστάσεις του υπαιτίου. Δεν στοιχειοθετείται απάτη αν ο διαθέτων πλανήθηκε μεν, αλλά προέβη στην περιουσιακή διάθεση αποκλειστικώς από άλλη αιτία. Αναιρείται λόγω ελλείψεως αιτιολογίας και εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως η προσβαλλόμενη καταδικαστική απόφαση για κατ’ εξακολούθησιν απάτη και εκβίαση, πράξεις συνιστάμενες στο ότι ο κατηγορούμενος αφενός μεν παρέστησε ψευδώς στην εγκαλούσα ότι δήθεν είχε τεράστια οικονομικά προβλήματα, πείθοντάς την να του καταβάλει ως δάνειο τα ποσά των 6.400 και 2.300 ευρώ, αντιστοίχως, μολονότι στην πραγματικότητα ήθελε να διαθέσει τα χρήματα αυτά για την αγορά αλιευτικού σκάφους και να μην της τα επιστρέψει, αφετέρου δε απειλώντας την παθούσα, ερωτική του σύντροφο, ότι θα την διασύρει κοινωνικά στην κοινωνία της Σκοπέλου και θα την “σπάσει στο ξύλο”, την εξανάγκασε να του καταβάλει το ποσό των 2.300 ευρώ, διότι, ως προς την απάτη, δεν γίνεται αναφορά σε ψευδείς παραστάσεις και γεγονότα σε σχέση με την οικονομική δυσπραγία του αναιρεσείοντος, παραμένει δε αδιευκρίνιστο αν κάθε επιζήμια πράξη απάτης ήταν αποτέλεσμα χωριστής πλάνης, που είχε προκληθεί από χωριστή απατηλή συμπεριφορά του αναιρεσείοντος, ενώ, ως προς την εκβίαση, εμφιλοχωρεί αντίφαση αναφορικά με ποιο αδίκημα του κατηγορουμένου (η απάτη ή η εκβίαση) οδήγησε στην καταβολή του δεύτερου ποσού των 2.300 ευρώ.
Δείτε περισσότερα εδώ.