ΤρΕφΠλημΑθ 1568/2020

Αθώωση για αδικήματα δωροδοκίας στο πλαίσιο της άσκησης κοινοβουλευτικού ελέγχου. Διαχρονικό δίκαιο

Υπό τον πΠΚ είχε υποστηριχθεί ότι η περίπτωση του άρ. 159 παρ. 2 είχε ρυθμισθεί από τον νομοθέτη ως ειδική έναντι εκείνης του άρ. 235 αυτού, η δε τελευταία εφαρμοζόταν ως προς υπηρεσιακές ενέργειες που δεν συνίστανται σε άσκηση νομοθετικού έργου από τους βουλευτές· κατά την αντίθετη άποψη το αξιόποινο της δωροληψίας βουλευτή καλύπτει μόνο τις περιπτώσεις που προβλέπονταν από την διάταξη του άρ. 159 παρ. 2 πΠΚ, ήτοι εκείνες που αφορούν τις εκλογές και τις ψηφοφορίες εντός του Κοινοβουλίου, χωρίς να επεκτείνεται σε άλλα ενδοκοινοβουλευτικά ή έξωκοινοβουλευτικά καθήκοντά του. Για ποιον λόγο δεν συμβαδίζει η αιτιολογική έκθεση του Ν. 4619/2019 επί του άρ. 159 νΠΚ (ως προς την τιμώρηση των πράξεων δωροληψίας βουλευτών σύμφωνα με την γενική διάταξη του άρ. 235 νΠΚ, οι οποίες τελούνται κατά την ενάσκηση μη νομοθετικών καθηκόντων τους) με την τροποποίηση της παραγράφου 1 του ιδίου άρθρου. Με την ως άνω τροποποίηση (ένταξη και των βουλευτών στην παρ. 1 του άρ. 159 νΠΚ) ρυθμίζονται όλες οι περιπτώσεις δωροληψίας μελών της Βουλής που αφορούν στην άσκηση των καθηκόντων τους και συνδέονται με την βουλευτική ιδιότητά τους. Συνεπώς, εφόσον η ιδιότητα του βουλευτή δεν εμπίπτει στην έννοια του υπαλλήλου (άρ. 13 στοιχ. α΄ ΠΚ), δεν εφαρμόζεται στις ως άνω περιπτώσεις η διάταξη του άρ. 235 ΠΚ. Κηρύσσεται αθώος α) ο πρώτος κατηγορούμενος για δωροδοκία βουλευτή και ηθική αυτουργία στην πράξη του δεύτερου κατηγορουμένου και β) ο δεύτερος για δωροληψία βουλευτή, καθόσον η πράξη έλαβε χώρα στο πλαίσιο της άσκησης κοινοβουλευτικού ελέγχου από τον δεύτερο κατηγορούμενο (υποβολή επίκαιρης ερώτησης σε Υπουργό), με συνέπεια να μην στοιχειοθετούνται αντικειμενικά τα αδικήματα των άρ. 235 και 236 ΠΚ λόγω μη υπαγωγής της ιδιότητας του βουλευτή σε εκείνη του υπαλλήλου, η δε υπό κρίσιν περίπτωση δεν εμπίπτει στην διάταξη του άρ. 159 παρ. 1 νΠΚ, αφού αυτή θεσπίσθηκε μετά την τέλεση της πράξης.

Δείτε περισσότερα εδώ.