Εσφαλμένη και αναιτιολόγητη αθώωση για το αδίκημα της διασποράς ψευδών ειδήσεων (άρ. 191 παρ. 1 ΠΚ). Αναίρεση υπέρ του νόμου.
Με την διάταξη του άρ. 191 ΠΚ σκοπείται η προστασία της υπό στενή έννοια δημόσιας τάξης, ήτοι της επικρατούσας στο κράτος ευταξίας συνεπεία της γενικής υποταγής στην έννομη τάξη. Για την στοιχειοθέτηση του ως άνω εγκλήματος απαιτείται οι ψευδείς ειδήσεις και φήμες να είναι επιτήδειες να κλονίσουν αφενός μεν την εμπιστοσύνη των πολιτών ως προς την ικανότητα της κρατικής εξουσίας να εξασφαλίσει την κοινή ειρήνη, αφετέρου δε την πεποίθησή τους περί της διατηρήσεως της ειρηνικής διαβιώσεώς τους εντός του κράτους. Η επιτηδειότητα αποτελεί αόριστη νομική έννοια, εξειδικευόμενη βάσει αντικειμενικών κριτηρίων και υποκείμενη σε αναιρετικό έλεγχο. Κρίνονται βάσιμοι οι προβαλλόμενοι με την αίτηση αναιρέσεως υπέρ του νόμου λόγοι του άρ. 510 παρ. 1 στοιχ. Δ΄ και Ε΄ ΚΠΔ, διότι στην προσβαλλόμενη αθωωτική για το αδίκημα του άρ. 191 παρ. 1 ΠΚ απόφαση αφενός μεν διαλαμβάνονται ελλιπώς και αορίστως βάσει ποίας ιδιότητας και σε ποια μορφή ο κατηγορούμενος κατείχε το υπέρογκο ποσό των εξακοσίων δισεκατομμυρίων δολαρίων, με το οποίο διέδιδε ότι θα αποπλήρωνε το δημόσιο χρέος της χώρας, υπό τον όρο της αναθεώρησης του Συντάγματος, και ερμηνεύεται εσφαλμένως ότι οι ανακοινώσεις του αυτές κατά την παρούσα δυσμενή οικονομική συγκυρία δεν προκάλεσαν ανησυχία και έλλειψη εμπιστοσύνης των πολιτών προς την αξιοπιστία του Κράτους, αφετέρου δε δεν μνημονεύονται ούτε στο προοίμιο του σκεπτικού, έστω και κατ’ είδος, τα αποδεικτικά μέσα.
Δείτε περισσότερα εδώ.