Παράσταση της ΔΕΔΔΗΕ Α.Ε. ως πολιτικώς ενάγουσας λόγω ηθικής βλάβης από κλοπή ηλεκτρικής ενέργειας ιδιαίτερα μεγάλης αξίας κατ’ εξακολούθησιν
Στοιχεία αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης της κλοπής. Η αξία του αντικειμένου της κλοπής δεν αποτελεί στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης του αδικήματος. Εφόσον η κλοπή δεν χαρακτηρίσθηκε ως ιδιαιτέρως μεγάλης αξίας, όρος που αποτελεί επιβαρυντική περίσταση και κρίνεται ανελέγκτως από το δικαστήριο της ουσίας, δεν απαιτείται ειδικότερος προσδιορισμός της αξίας του πράγματος που αφαιρέθηκε παράνομα. Έννοια εγκλήματος κατ’ εξακολούθησιν (άρ. 98 παρ. 1 πΠΚ). Πότε υπάρχει απόλυτη ακυρότητα κατ’ άρ. 171 αριθμ. 2 πΚΠΔ λόγω παράνομης παράστασης του πολιτικώς ενάγοντος στην επ’ ακροατηρίω διαδικασία. Εκείνος που δικαιούται χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης κατά τον ΑΚ μπορεί κατ’ εξαίρεσιν να υποβάλει την απαίτησή του στο ποινικό δικαστήριο χωρίς έγγραφη προδικασία (άρ. 68 παρ. 2 πΚΠΔ). Η παράσταση πολιτικής αγωγής πρέπει να δηλωθεί νομοτύπως πριν από την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου και όχι για πρώτη φορά στο Εφετείο, άλλως υπάρχει απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας. Το απαράδεκτο της πολιτικής αγωγής λόγω μη καταβολής του κατ’ άρ. 63 εδ. β΄ ΚΠΔ παραβόλου, είτε κατά την προδικασία είτε το αργότερο μέχρι την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, καθιστά παράνομη την παράσταση του πολιτικώς ενάγοντος, επερχομένης εντεύθεν απολύτου ακυρότητος της διαδικασίας στο ακροατήριο, η οποία ιδρύει τον κατ’ άρ. 510 παρ. 1 στοιχ. Α΄ πΚΠΔ λόγο αναιρέσεως. Άνευ απολύτου ακυρότητος παρέστη ως πολιτικώς ενάγουσα η ΔΕΔΔΗΕ Α.Ε. λόγω της ηθικής βλάβης, την οποία υπέστη στο κύρος, την φήμη και την αξιοπιστία της από την αξιόποινη πράξη της κλοπής ηλεκτρικής ενέργειας ιδιαίτερα μεγάλης αξίας κατ’ εξακολούθησιν, που τέλεσε ο κατηγορούμενος-αναιρεσείων, αφού νομιμοποιούνταν ενεργητικώς ως καθολική διάδοχος, υπεισελθούσα αυτοδικαίως από της διαδοχής σε όλα τα δικαιώματα, τις υποχρεώσεις και τις έννομες σχέσεις της ΔΕΗ Α.Ε. που αφορούν τον εισφερόμενο κλάδο της Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας και την Διεύθυνση Διαχειρίσεως Νησιών, ως εκ τούτου δε αμέσως παθούσα από την εν λόγω πράξη. Ορθώς και αιτιολογημένως απερρίφθη ο ισχυρισμός του κατηγορουμένου περί εφαρμογής του άρ. 384 παρ. 3 πΠΚ, αφού αφενός μεν ο διακανονισμός οφειλής ποσού 105.276,41 ευρώ της εταιρείας του έναντι της ΔΕΗ με δοσοποίηση (59 δόσεις από 15.6.2015 έως και 15.5.2020), καίτοι εξυπηρετείται κανονικά μέχρι σήμερα και έχει χορηγηθεί επ’ αυτού στην ΔΕΗ Α.Ε. από 11.5.2020 εγγυητική επιστολή ποσού 125.000 ευρώ, με βάση την οποία η εγγυοδότρια Τράπεζα εγγυάται την πιστή τήρηση των όρων διακανονισμού πληρωμής της επίδικης οφειλής, είναι άδηλο επί του παρόντος αν θα συνεχισθεί να εξυπηρετείται μέχρι την οριστική εξόφληση των δόσεων, αφετέρου δε η χορηγηθείσα εγγυητική επιστολή δεν ισοδυναμεί με πλήρη ικανοποίηση του παθόντος, κατά κεφάλαιο και τόκους, με συνέπεια να μην συντρέχει περίπτωση εφαρμογής της διάταξης του άρ. 384 παρ. 3 πΠΚ.
Δείτε περισσότερα εδώ.